Λουκά κεφ. ιέ' στίχοι 11-32
Ο αποστάτης γιος εγκλωβισμένος σε ένα παράλογο εγωισμό, ποιώντας τον εαυτό του αυτείδωλο των παθών του, φορτισμένος με συμπλεγματική οργή γιατί δεν αντέχει την απέραντη πατρική αγάπη, με το εωσφορικό θέλγητρο της αυτονόμησης από τα πάντα αποφασίζει να αποκοπεί από το σώμα της αληθινής χαράς για να κοινωνήσει την τρυφή της ψευδώνυμης ηδονής. «Ο άρχοντας της χώρας που είναι μακράν» τον έχει κυριεύσει, η σαγηνευτική γοητεία του πειραματισμού για τον πειραματισμό και την πρόσκαιρη τρυφή του σκοτίζει το νου. Έτσι μια μέρα ξενιτεύεται για να αυτοδικαιωθεί. Παρ’όλο τον πατρικό του πόνο ο Πατέρας του εγχειρίζει το ήμισυ της περιουσίας του, δεν του αρνείται την χορηγία των «ταλάντων». Αυτός όμως πωρωμένος σαν αχαλίνωτο άλογο γρήγορα σπαταλά τα πατρικά χαρίσματα στον βούρκο του ηδονισμού.
Τώρα μόνος , καταπληγωμένος και προδωμένος απ’όλους και απ’όλα δούλος των χοιροβοσκών επιθυμεί να κορέσει την πείνα του με τα ξυλοκέρατα. Δούλος στους δούλους, πεινασμένος αυτός ο πρώην άρχοντας, ζώντας σε μία φρικτή κόλαση γιατί «απέπτυσε» τον παράδεισο. Η νοσταλγία της επιστροφής του καίει τα σωθικά όμως στην παραζάλη του δικού του εγωισμού, του δαιμονικού φόβου που δεν θέλει να τον χάσει από υποχείριο του, βλέπει την πατρική φιγούρα ως δυνάστη και τιμωρό. Θεωρεί πως ο πατέρας μόνον σαν δούλο θα μπορέσει να τον ξαναδεχτεί στον πατρικό οίκο. Πάσχει και φοβάται, αλλά ωστόσο κάνει το μεγάλο βήμα.
Ο δρόμος της επιστροφής είναι βασανιστικός. Αυτός που έφυγε με δόξα και περηφάνεια , επιστρέφει με πόνο , καταπληγωμένος και σύντρομος σαν φταίχτης.
Η μεταμέλεια του σχίζει την ψυχή. Και πριν ψελλίσει λόγο απολογίας ο Πατέρας είναι ήδη πλάι του. Τον παίρνει στην αγκαλιά του , τον επαναφέρει στην δόξα , τον κάνει μέτοχο στην πασχαλινή χαρά του. Στο παράπονο του μεγαλύτερου αδελφού που δυσανασχετεί για αυτή την «απρόσμενη» και «μεροληπτική» αντίδραση του κοινού πατέρα, εκείνος αντιτείνει με απλότητα και συγκινητική αγάπη : «παιδί μου, εσύ πάντα είσαι μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι δικά σου• αλλά έπρεπε να διασκεδάσουμε και να χαρούμε, γιατί τούτος ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε».
Αδελφοί μου, με την περικοπή αυτή που όρισαν οι πατέρες δεύτερη στη σειρά μέσα στο τριώδιο, θέλησαν να μας δείξουν πόσο μεγάλη είναι η δύναμη της μετάνοιας και πως η απελπισία αυτών που διστάζουν να ξαναγυρίσουν στην Εκκλησία, στον οίκο του πατέρα Θεού, είναι μια μεγάλη απάτη. Όλους τους μεταμελημένους τους αγκαλιάζει ο Θεός που δεν είναι τιμωρός αλλά εξιλαστής αμαρτιών και αγαπά τις ταπεινωμένες και εξουθενωμένες καρδιές. Αν μας έχει κυριεύσει η απελπισία της ασωτίας και η πεποίθηση πως δεν μπορούμε να σωθούμε ένεκα της βαριάς αμαρτίας μας, ας αναλογιστούμε τον άσωτο που αφού αποστάτησε και δοκίμασε όλες τις ηδονές, μετά μεταμελήθηκε και κέρδισε την πασχάλια χαρά. Αντιθέτως ας μην φανούμε μικρόψυχοι σαν τον μεγάλο αδελφό της παραβολής που αν και εξωτερικά δίκαιος ο φθόνος του κατέστρεψε την χαρά και τον απέδειξε εκτός του νυμφώνος Χριστού.
Η αγκαλιά της Εκκλησίας είναι ανοικτή για όλους εμάς. Η Εκκλησία διαθέτει δωρεάν και απλόχερα τον χιτώνα που είναι το βάπτισμα και η μετάνοια, το δακτυλίδι που είναι υπόσχεση συμβασιλείας με τον Χριστό, τα σανδάλια τα αγιότητας για να συντρίβουμε την κεφαλή του νοητού εχθρού διαβόλου, και τέλος το Μεγάλο Θύμα, τον μόσχο τον σιτευτό, που είναι ο Χριστός παρών και ζων μέσα στο μυστήριο της Ευχαριστίας.
Η αναστάσιμη χαρά της βασιλείας μας θέλει όλους κοινωνούς και μέτοχους.
Ως πότε θα είμαστε παραριγμένοι και λιμοκτονούντες στο βούρκο, στις ακαθαρσίες και στο αίμα; Ελάτε και «λούσασθε και καθαροί γενέσθαι», «γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» και πραγματικά αδελφοί μου θα κατακτήσετε την αιώνια χαρά.
Δόξα το Θεό π. Παντελεήμων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι μηνύματα μας περνάει αυτή η παραβολή, τι αγάπη ξεχειλίζει από την ψυχή του πατέρα και φυσικά από τον ζωντανό Θεό μας. Είναι πραγματικά συγκινητικά όλα αυτά. Ας ελπίσουμε πως κάθε άνθρωπος θα γυρίσει αργά ή γρήγορα στην αληθινή ζωή, εκεί όπου δεν υπάρχει φόβος και δυστυχία αλλά ελπίδα και αγάπη.
Ο πατέρα μας είναι συνεχώς με ανοιχτές τις αγκάλες και πρόθυμος να συγχωρέσει και τις πιο μεγάλες αμαρτίες που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος, αρκεί εμείς να κάνουμε το βήμα. Ας μη δειλιάσουμε λοιπόν …