Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον, Ιησούν τόν μόνον αναμάρτητον. Τόν σταυρόν σου, Χριστέ, προσκυνούμεν, και τήν αγίαν σου ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν· συ γαρ ει Θεός ημών, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν, το όνομά σου ονομάζομεν. Δεύτε πάντες οι πιστοί, προσκυνήσωμεν τήν του Χριστού αγίαν ανάστασιν· ιδού γαρ ήλθε διά του σταυρού, χαρά εν όλω τω κόσμω. Διά παντός ευλογούντες τόν Κύριον, υμνούμεν τήν ανάστασιν αυτού. Σταυρόν γαρ υπομείνας δι ημάς, θανάτω θάνατον ώλεσεν 

Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

Κυριακάτικα: Ήχος πλ. Δ΄ Εωθινόν Η΄


Απολυτίκιον

Εξ ύψους κατήλθες ο εύσπλαγχνος, ταφήν καταδέξω τριήμερον, ίνα ημάς ελευθερώσης τών παθών, Η ζωή καί η Ανάστασις ημών, Κύριε δόξα σοι.

Υπακοή

Αι Μυροφόροι τού Ζωοδότου επιστάσαι τώ μνήματι, τόν Δεσπότην εζήτουν, εν νεκροίς τόν αθάνατον, καί χαράς ευαγγέλια, εκ τού, Αγγέλου δεξάμεναι, τοίς Αποστόλοις εμήνυον. Ότι ανέστη Χριστός ο Θεός, παρέχων τώ κόσμω τό μέγα έλεος.

Κοντάκιον

Εξαναστάς τού μνήματος, τούς τεθνεώτας ήγειρας, καί τόν Αδάμ ανέστησας, καί η Εύα χορεύει εν τή σή Αναστάσει, καί κόσμου τά πέρατα πανηγυρίζουσι, τή εκ νεκρών Εγέρσει σου Πολυέλεε. 

Ο Οίκος

Τά τού, Άδου σκυλεύσας βασίλεια, καί νεκρούς αναστήσας Μακρόθυμε, Γυναιξί Μυροφόροις συνήντησας, αντί λύπης, χαράν κομισάμενος, καί Αποστόλοις σου εμήνυσας τά τής νίκης σύμβολα. Σωτήρ μου ζωοδότα, καί τήν κτίσιν εφώτισας φιλάνθρωπε, διά τούτο καί κόσμος συγχαίρει, τή εκ νεκρών Εγέρσει σου πολυέλεε..

Εσπερινά και όρθρια

Εσπερινόν ύμνον, καί λογικήν λατρείαν, σοί Χριστέ προσφέρομεν, ότι ηυδόκησας, τού ελεήσαι ημάς, διά τής Αναστάσεως.  

Κύριε, Κύριε, μή απορρίψης ημάς από τού προσώπου σου, αλλά ευδόκησον, τού ελεήσαι ημάς, διά τής Αναστάσεως.  

Χαίρε Σιών αγία, Μήτηρ τών Εκκλησιών, Θεού κατοικητήριον, σύ γάρ εδέξω πρώτη, άφεσιν αμαρτιών, διά της, Αναστάσεως.

Ανέστης εκ νεκρών, η ζωή τών απάντων, καί Άγγελος φωτός, ταίς Γυναιξίν εβόα, Παύσασθε τών δακρύων, τοίς Αποστόλοις ευαγγελίσασθε, κράξατε ανυμνούσαι, Ότι ανέστη Χριστός ο Κύριος, ο ευδοκήσας σώσαι ως Θεός, τό γένος τών ανθρώπων.

Τήν παντοδύναμον Χριστού θεότητα, πώς μή θαυμάσωμεν, εκ μέν παθών πάσι, τοίς πιστοίς απάθειαν, καί αφθαρσίαν βλύζουσαν, εκ πλευράς δέ αγίας, πηγήν αθάνατον στάζουσαν, καί ζωήν εκ τάφου αϊδιον.

Κύριε, ει καί κριτηρίω παρέστης, υπό Πιλάτου κρινόμενος, αλλ' ουκ απελείφθης τού θρόνου, τώ Πατρί συγκαθεζόμενος, καί αναστάς εκ νεκρών, τόν κόσμον ηλευθέρωσας, εκ τής δουλείας τού αλλοτρίου, ως οικτίρμων καί Φιλάνθρωπος.

Πορευθέντος σου εν πύλαις Άδου Κύριε, καί ταύτας συντρίψαντος, ο αιχμάλωτος ούτως εβόα, Τίς εστιν ούτος, ότι ου καταδικάζεται εν τοίς κατωτάτοις τής γής, αλλά καί ως σκηνήν κατέλυσε τού θανάτου τό δεσμωτήριον; εδεξάμην αυτόν ως θνητόν, καί τρέφω ως Θεόν. Παντοδύναμε Σωτήρ ελέησον ημάς.

Εξαποστειλάριον και Εωθινόν

Δύο Αγγέλους βλέψασα, ένδοθεν τού μνημείου, Μαρία εξεπλήττετο, καί Χριστόν αγνοούσα, ώς Κηπουρόν επηρώτα, Κύριε πού τό σώμα, τού Ιησού μου τέθεικας; κλήσει δέ τούτον γνούσα είναι αυτόν , τόν Σωτήρα ήκουσε, Μή μου άπτου, πρός τόν Πατέρα άπειμι, ειπέ τοίς αδελφοίς μου.

Τά τής Μαρίας δάκρυα ου μάτην χείνται θερμώς, ιδού γάρ κατηξίωται, καί διδασκόντων Αγγέλων, καί τής όψεως τής σής ώ Ιησού, αλλ' έτι πρόσγεια φρονεί, οία γυνή ασθενής, διό καί αποπέμπεται μή προσψαύσαί σοι Χριστέ. Αλλ' όμως κήρυξ πέμπεται τοίς σοίς Μαθηταίς, οίς ευαγγέλια έφησε, τήν πρός τόν Πατρώον κλήρον άνοδον απαγγέλλουσα. Μεθ' ής αξίωσον καί ημάς, τής εμφανείας σου, Δέσποτα Κύριε.

ΕΩΘΙΝΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Η'

(ΙΩΑΝΝΗΝ 20,11-18)

Τώ καιρώ εκείνω, Μαρία ειστήκει πρός τώ μνημείον κλαίουσα έξω, ως ούν έκλαιε, παρέκυψεν εις τό μνημείον, καί θεωρεί δύο αγγέλους εν λευκοίς καθεζομένους, ένα πρός τή κεφαλή, καί ένα πρός τοίς ποσίν, όπου έκει το τό σώμα τού Ιησού, καί λέγουσιν αυτή εκείνοι, Γύναι, τί κλαίεις; λέγει αυτοίς, Ότι ήραν τόν Κύριόν μου, καί ουκ οίδα πού έθηκαν αυτόν, καί ταύτα ειπούσα εστράφη εις τά οπίσω, καί θεωρεί τόν Ιησούν εστώτα, καί ουκ ήδει ότι Ιησούς εστι. Λέγει αυτή ο Ιησούς, Γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητείς; εκείνη δοκούσα ότι ο κηπουρός εστι, λέγει αυτώ, Κύριε, ει σύ εβάστασας αυτόν, ειπέ μοι πού αυτόν έθηκας, καγώ αυτόν αρώ, λέγει αυτή ο Ιησούς, Μαρία, στραφείσα εκείνη λέγει αυτώ, Ραββουνι, ό λέγεται Διδάσκαλε, λέγει αυτή ο Ιησούς, Μή μου άπτου, ούπω γάρ αναβέβηκα πρός τόν πατέρα μου, πορεύου δέ πρός τούς αδελφούς μου, καί ειπέ αυτοίς, Αναβαίνω πρός τόν πατέρα μου καί πατέρα υμών, καί Θεόν μου καί Θεόν υμών, έρχεται Μαρία η Μαγδαληνή απαγγέλλουσα τοίς μαθηταίς ότι εώρακε τόν Κύριον, καί ταύτα είπεν αυτή.

 






Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Η ελπίδα πηγάζει απ'την ανάσταση




αρχ/που Αλβανίας Αναστασίου
ΠΑΣΧΑ 2008


Την ελπίδα, σε όλη την πληρότητά της, ανανεώνει κάθε χρόνο στις καρδιές των πιστών η εορτή της Αναστάσεως.

Την ελπίδα στον τελικό θρίαμβο της δικαιοσύνης πάνω στην αδικία, της αλήθειας πάνω στο ψέμα. Και προπαντός, την ελπίδα στην τελική νίκη της ζωής πάνω στον θάνατο.



Η σταύρωση και ο ενταφιασμός του Ιησού οδήγησαν τους μαθητές Του στη θλίψη και την απόγνωση. Σύντομα όμως, η βεβαιότητα ότι «ανέστη ο Κύριος όντως» αναπτέρωσε την ελπίδα τους και τους μεταμόρφωσε σε δυναμικούς αποστόλους Του. Τελικά, η πασχαλινή εμπειρία καθόρισε την εκπληκτική ελπίδα και δύναμη όλων όσοι στη συνέχεια, ανά τους αιώνες, έγιναν «μάρτυρες της Αναστάσεως», σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.



Α΄


«Ευλογητός ο Θεός, ο κατά το πολύ αυτού έλεος αναγεννήσας ημάς εις ελπίδα ζώσαν δι’ αναστάσεως Ιησού Χριστού εκ νεκρών (Α΄Πέτρου 1:3)



Διάστικτη είναι η Αγία Γραφή από αναφορές στην ελπίδα. Πολυάριθμοι βιβλικοί στίχοι τονίζουν το νόημα και την αξία της. Η χριστιανική όμως ελπίδα φθάνει στο υψηλότερο σημείο της και το βαθύτερο νόημά της με τη βεβαιότητα για τον θρίαμβο του Χριστού πάνω στον θάνατο, και την τελική μεταμόρφωση του σώματος, που θα καταστεί πνευματικό, άφθαρτο και αθάνατο, «εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμίαντον και αμάραντον, τετηρημένη εν ουρανοίς εις ημάς» (Α΄ Πέτρου 1:4).



Όπως συνοψίζει ο Μ. Βασίλειος, ο Χριστός σταυρωθείς «έλυσε τας οδύνας του θανάτου και αναστάς τη Τρίτη ημέρα και οδοποιήσας πάση σαρκί την εκ νεκρών ανάστασιν, καθότι ουκ ην δυνατόν κρατήσθαι υπό της φθοράς τον αρχηγόν της ζωής, εγένετο απαρχή των κεκοιμημένων, πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα η αυτός τα πάντα εν πάσι πρωτεύων» (Θεία Λειτουργία). Η αλήθεια αυτή θεμελιώνει την προσδοκία μας για την ανάσταση στα έσχατα της Ιστορίας.



Η πασχαλινή εμπειρία προσφέρει από τώρα τη μέθεξη στο μυστήριο της νέας ζωής, που ο Χριστός την κάνει προσιτή μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Έτσι, η Ανάσταση του Χριστού επεκτείνει την ελπίδα προς το μέλλον, προς την αιωνιότητα και με τον δυναμισμό της εξυψώνει όλη τη ζωή του πιστού με πρωτοφανή ένταση.



Σε μια περίοδο όπου κάθε είδους ανησυχίες και τραγικά γεγονότα σκορπίζουν στη ζωή μας αγωνία και αποκαρδίωση, η εορτή της Αναστάσεως δίνει στην ανήσυχη καρδιά μας ουσιαστική ελπίδά. Δεν αναφέρεται σε κάποια ιδέα ή πρόταση, αλλά συνδέεται με ένα πρόσωπο που υπέστη φρικτά βασανιστήρια, που τελικά θριάμβευσε και νίκησε αυτόν καθευατόν τον θάνατο.



Η ενσωμάτωσή Του στη ζωή της ανθρωπότητας, ο λόγος, το έργο, η θυσία Του αποκάλυψαν την ασύλληπτη αγάπη του Παντοκράτορος Θεού για τον άνθρωπο. Η αναστάσιμη ελπίδα φωτίζει τη λυτρωτική επέμβαση του Θεού μέσα στην ιστορία και προμηνύει την ολοκλήρωσή της στα έσχατα.



Στηρίζοντας λοιπόν το βλέμμα και την καρδιά μας στον αναστάντα Χριστό μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη σκληρή πραγματικότητα της ζωής μας με ελπίδα που μεταπλάθει και τις πιο τραγικές συνθήκες δίνοντάς τους νόημα λυτρωτικό. Όταν οι δοκιμασίες, ο πόνος, η αρρώστια, ο θάνατος προσφιλών μας προσώπων σκοτεινιάζουν τον νου και την καρδιά μας, η ελπίδα από την παρουσία του αναστάντος Κυρίου παρηγορεί και ενισχύει.



Όταν στην προσωπική μας πορεία αντιμετωπίζουμε διάφορες θλίψεις, αδικίες και απογοητεύσεις από τη διάχυτη διαφθορά, δεν βυθιζόμαστε στην μελαγχολία και την απόγνωση. Γνωρίζουμε ότι τελικά το μέλλον, τόσο το δικό μας όσο και της ανθρωπότητας, δεν εξαρτάται από την αλαζονεία και τους ανήθικους σχεδιασμούς μεγάλων ή μικρών.



Η ελπίδα μας στηρίζεται στο νικηφόρο μήνυμα της Αναστάσεως, στη βεβαιότητα ότι στον Ιησού Χριστό δόθηκε «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης (Ματθ. 28:18). Ότι παραμένει κοντά μας. Γι’ αυτό πανηγυρίζουμε ψάλλοντας: «Ω θείας, ώ φίλης, ώ γλυκυτάτης σου φωνής! Μεθ’ ημών αψευδώς γαρ επηγγείλω έσεσθαι, μέχρι τερμάτων αιώνος, Χριστέ, ην οι πιστοί, άγκυραν ελπίδος κατέχοντες, αγαλλόμεθα».



Β΄



Η ελπίδα που πηγάζει από την Ανάσταση ανοίγει τον ορίζοντα στην αιωνιότητα. Όχι όμως για να χαθούμε σε αόριστες ιδέες, αλλά για να αντιμετωπίσουμε το συγκεκριμένο και το σήμερα με ειρήνη και δύναμη. Οι χριστιανοί, ως «υιοί της Αναστάσεως», ανήκουμε στους «εν δυνάμει Θεού φρουρουμένους» (Α΄ Πέτρ.- 1:5). Μετά την Ανάστασή Του, ο Κύριος υποσχέθηκε στους φοβισμένους μαθητές Του: «ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους». «λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς» (Πραξ. 1:8). Όλα κατόπιν στην αποστολική ζωή εξελίχθησαν «εν δυνάμει Θεού».



Στα κείμενα των Αποστόλων δεσπόζουσα θέση έχει η αναφορά στη μοναδική δύναμη του Θεού. «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ» (Φιλιπ. 4:13), αποκαλύπτει ο Απόστολος Παύλος. Και παροτρύνει: «Ενδυναμούσθε εν Κυρίω και εν τω κράτει της ισχύος αυτού» (Εφες. 6:10). Επισημαίνει όμως την ανάγκη να προσεγγίζουμε όλο και πιο ουσιαστικά το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού, «του γνώναι αυτόν και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού συμμορφούμενοι τω θανάτω αυτού» (Φιλιπ. 3:10), εγκολπούμενοι πλήρως την απόφαση θυσίας και ολοκληρωτικής υπακοής στο θείο θέλημα.



Η Σταύρωση και η Ανάσταση του Χριστού, ενισχύουν με ιδιαίτερη δύναμη τη βούλησή μας, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς και να αντέχουμε στις δοκιμασίες. Δύναμη για να συγχωρούμε τη δειλία, την ολιγοψυχία και την αχαριστία δικών μας ή ξένων, να συγχωρούμε όσους μας αδικούν ή μας μισούν. Να αντέχουμε στην κόπωση και στην αποκαρδίωση. Να μη λυγίζουμε στις άνομες πιέσεις των ισχυρών.



Δύναμη για να υπομένουμε τον πόνο της ασθένειας, της δικής μας ή των δικών μας, για να ειρηνεύουμε κατά την εκδημία, τον χωρισμό από τους αγαπημένους μας και να μη συμπεριφερόμεθα ως «οι λοιποί, οι μη έχοντες ελπίδα» (Α΄ Θες. 4:13). Δύναμη με την ήρεμη προσδοκία της τελικής αναστάσεως.



Μέσα στην αναστάσιμη φωτοχυσία, ας ανοίξουν οι ψυχές και ο νους μας για να νιώσουμε αμεσότερα τα μηνύματα που προσφέρει η Ανάσταση του Χριστού. Και να τα μεταδώσουμε χαρμόσυνα. Η αναστάσιμη ελπίδα δεν επιβάλλεται. Μεταλαμπαδεύεται. Με τον λόγο και τη ζωή μας ας τη μεταφέρουμε στην πληγωμένη κοινωνία μας.



Ολόψυχα εύχομαι, η καθημερινότητά μας να στηρίζεται στην ελπίδα και τη δύναμη που χαρίζει η Ανάσταση. Ελπίδα για την τελική επικράτηση του δικαίου, την κατάργηση του θανάτου και την οριστική νίκη της ζωής.



Ελπίδα που βασίζεται στη βεβαιότητα ότι ο Αναστάς Χριστός είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Η Ανάσταση του Χριστού ας μας δίνει συγχρόνως τη δύναμη να αντιμετωπίζουμε νηφάλια, τις δοκιμασίες. Να υπερασπιζόμαστε την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την αξιοπρέπεια κάθε ανθρωπίνου προσώπου, αδιακρίτως καταγωγής. Δύναμη αναδημιουργίας σε κάθε τομέα της ζωής που ανυψώνει τον άνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο.


Χριστός Ανέστη! Ας γεμίσει η ψυχή μας με την ελπίδα και τη δύναμή Του.


(απο το www.romfaia.gr)

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Κυριακάτικα: Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης



Απολυτίκιον


Σώσον Κύριε τόν λαόν σου καί ευλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοίς Βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος καί τό σόν φυλάττων διά τού Σταυρού σου πολίτευμα.

Κοντάκιον

Ουκέτι φλογίνη ρομφαία φυλάττει τήν πύλην τής Εδέμ, αυτή γάρ επήλθε παράδοξος σβέσις τό ξύλον τού Σταυρού, θανάτου τό κέντρον, καί Αδου τό νίκος ελήλαται, επέστης δέ Σωτήρ μου βοών τοίς εν Άδη, Εισάγεσθε πάλιν εις τόν Παράδεισον.

Ο Οίκος

Τρείς σταυρούς επήξατο εν Γολγοθά ο Πιλάτος, δύω τοίς ληστεύσασι, καί ένα τού Ζωοδότου, όν είδεν ο Άδης, καί είπε τοίς κάτω, Ω λειτουργοί μου καί δυνάμεις μου τίς ο εμπήξας ήλον τή καρδία μου, ξυλίνη με λόγχη εκέντησεν άφνω καί διαρρήσομαι, τά ένδον μου πονώ, τήν κοιλίαν μου αλγώ, τά αισθητήριά μου, μαιμάσσει τό πνεύμά μου, καί αναγκάζομαι εξερεύξασθαι τόν Αδάμ καί τούς εξ Αδάμ, ξύλω δοθέντας μοι, ξύλον γάρ τούτους εισάγει πάλιν εις τόν Παράδεισον.


Τον σταυρόν σου προσκυνούμεν δέσποτα και την αγίαν σου Ανάστασιν δοξάζομεν.

Πανηγύρεως ημέρα, τή Εγέρσει Χριστού θάνατος φρούδος ώφθη, ζωής ανέτειλεν αυγή, ο Αδάμ εξαναστάς χορεύει χαρά, διό αλαλάξωμεν επινίκιον ά δοντες.

Ινα τού Αδάμ, αφανίσης τήν κατάραν, σάρκα τήν ημών, προσλαμβάνεις δίχα ρύπου, σταυρούσαι δέ καί θνήσκεις, Ιησού υπεράγαθε, όθεν τόν Σταυρόν σου καί τήν λόγχην, σπόγγον τε καί τόν κάλαμον, τούς ήλους, πιστώς σέβομεν, καί τήν Ανάστασιν τήν σήν, ιδείν εξαιτούμεθα.

Δεύτε άσμα άσωμεν καινόν, τήν κατάλυσιν Άδου πανηγυρίζοντες, εκ γάρ τού τάφου Χριστός, ανέστη τόν θάνατον ελών, καί σώσας τά σύμπαντα.

Ιδού ανέστη ο Χριστός, ταίς Μυροφόροις Γυναιξίν, Άγγελος φησί μή θρηνείτε πορευθείσαι είπατε, τοίς Αποστόλοις, Χαίρετε, σήμερον σωτηρία τώ Κόσμω, η τυραννίς τού εχθρού, θανάτω λέλυται.

Ανέστης εκ τού τάφου τρι ήμερος, ως ο υπνών Κύριε, Άδου πυλωρούς, πατάξας θεία δυνάμει, καί τούς πάλαι εγείρας Προπάτορας, ο μόνος ευλογητός τών Πατέρων Θεός, καί υπερένδοξος.

Εν τάφω κατήλθες ο ζωοδότης καί Θεός, καί συνέτριψας πάντα κλείθρά τε καί τούς μοχλούς, καί τούς νεκρούς εξανέστησας, Δόξα τή σή Εγέρσει βοώντας, Χριστέ Σωτήρ παντοδύναμε.

Ο τάφος ζωήν μοι Χριστέ ανέβλυσεν ο σός, ο κρατών τής ζωής γάρ, επιστάς εβόησας τοίς κατοικούσιν εν μνήμασιν, οι εν δεσμοίς, λύθητε, εγώ γάρ τού Κόσμου λύτρον ελήλυθα.

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Το νόημα του Σταυρού και της Ανάστασης του Χριστού




Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου


...Στην Ορθόδοξη Εκκλησία μιλούμε για τον σταυρικό θάνατο του Χριστού συνδεδεμένο με την Ανάστασή Του. Γιατί Σταυρός χωρίς την Ανάσταση είναι μια σκληρή και αδήριτη πραγματικότητα, και Ανάσταση χωρίς τον Σταυρό είναι μια ψεύτικη και συναισθηματική κατάσταση. Όταν κάνουμε λόγο για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, δεν το εννοούμε αφηρημένα και στοχαστικά, αλλά για την απαλλαγή του ανθρώπου από την τυραννία και την φρικτή φυλακή του θανάτου, της αμαρτίας και του διαβόλου. Με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του ο Χριστός νίκησε τον θάνατο, την αμαρτία και τον διάβολο, και έτσι μας έδωσε την δυνατότητα να υπερβούμε και εμείς τους τρεις αυτούς εχθρούς. Κυρίως πρέπει να σημειώσουμε ότι με την θυσία του Χριστού και την Ανάστασή Του μπορούμε να υπερβούμε την θνητότητα και την κτιστότητά μας. Από την ημέρα που γεννιόμαστε έχουμε μέσα στην βιολογική μας ύπαρξη τον θάνατο, που εκδηλώνεται με πολλές μορφές, όπως με την ασθένεια, την φθορά του σώματος, τις ανασφάλειες, την αύξηση της ηλικίας, τα πάθη της αυτοσυντηρήσεως, της φιλαργυρίας κλπ. Όλοι οι άνθρωποι περνούν στην ζωή τους την διαδικασία του θανάτου. Το παιδί στην ηλικία των 8-10 ετών καταλαβαίνει ότι ο θάνατος είναι μη αναστρέψιμο γεγονός. Ο έφηβος βλέπει την βασανιστικότητα του θανάτου. Ο μεσήλικας βλέπει τα χρόνια να περνούν χωρίς σκοπό και νόημα, και ο συνταξιούχος περνά μια τρομερή κρίση, πορευόμενος προς τον θάνατο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τον τονισμό της Ανάστασης, δίνει μια διέξοδο στο υπαρξιακό κενό του ανθρώπου.

-Πώς μπορούμε ως Ορθόδοξοι να κατανοήσουμε το νόημα της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Κυρίου;

Η απάντηση στην προηγούμενη ερώτηση δείχνει κάπως πώς μπορούμε να κατανοήσουμε υπαρξιακά τα μεγάλα αυτά γεγονότα. Εκείνο που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι μπορεί κανείς με διάφορους τρόπους να προσεγγίση αυτά τα γεγονότα. Μια προσέγγιση είναι η λογική και ιστορική επεξεργασία, να διαβάση κανείς για το πώς εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα αυτά. Μια άλλη είναι να τα πλησιάση συναισθηματικά, να δη, δηλαδή, τον πόνο και την οδύνη του Χριστού. Μια άλλη προσέγγιση είναι να συμμετάσχη σε όλη την διαδικασία των ηθών και εθίμων, να τα ζήση, δηλαδή, φολκλορικά, γιατί έτσι ικανοποιούνται και τα παιδικά βιώματα. Η Εκκλησία όμως με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής επιδιώκει να βοηθήση τον άνθρωπο να τα προσεγγίση υπαρξιακά. Μια θεολογία που δεν έχει σχέση με την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου, και την απαλλαγή του από αυτήν, δεν έχει καμμία αξία και σημασία. Το να δη κανείς το πρόβλημα του θανάτου μέσα στην ύπαρξή του, όπως εκδηλώνεται με την τυραννία των παθών, και να επιδιώκη να το θεραπεύση με την μετάνοια, που είναι αλλαγή του νού και του τρόπου ζωής, είναι μέθεξη του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού.

Τα συναισθήματα που επικρατούν στα διαδραματιζόμενα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδος είναι σύμμεικτα. Ο πόνος συμβαδίζει με την χαρά, η ραθυμία με την εγρήγορση, η αμαρτία με την συγχώρηση, η προδοσία με την αγάπη, η πτώση με την λύτρωση, ο θάνατος με την Ανάσταση. Πιστεύετε ότι αυτά τα συναισθήματα πρέπει να αποτελούν για τον σύγχρονο κόσμο και ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους μια πρόκληση;

Κατ’ αρχάς να σάς πω ότι μέσα στην Εκκλησία διδασκόμαστε για το πώς τα συναισθήματα μετατρέπονται σε βαθειά πνευματικά βιώματα. Γιατί, όπως γνωρίζετε, υπάρχει διαφορά μεταξύ αισθημάτων και συναισθημάτων. Τα πρώτα είναι βαθειές πνευματικές υπαρξιακές καταστάσεις, ενώ τα δεύτερα (συναισθήματα) είναι επιφανειακές ευχαριστήσεις.

Πράγματι, αυτές οι αντιθέσεις μεταξύ πόνου και χαράς, ραθυμίας και εγρήγορσης, αμαρτίας και συγχώρησης κλπ. αποτελούν τρομερή πρόκληση. Συνήθως οι άνθρωποι και μάλιστα οι νέοι άνθρωποι πορεύονται έναν μονόδρομο, αποτελούν το λεγόμενο μονοδιάστατο άνθρωπο. Θέλω να πω ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι είναι συνήθως πονεμένοι και προδομένοι, αισθάνονται αποτυχημένοι στην ζωή. Είναι φοβερό να αισθάνεται ο νέος άνθρωπος μόνος, θλιμμένος, πονεμένος, απαράκλητος και απαρηγόρητος, να αισθάνεται το καταθλιπτικό βάρος της αμαρτίας, να βιώνη το αδιέξοδο στην ζωή του. Και όμως η Εκκλησία μας δείχνει τον δρόμο για την υπέρβαση του αδιεξόδου, με την υπόδειξη της διεξόδου. Σήμερα χρειαζόμαστε παρηγοριά, παράκληση, ελπίδα. Και ο Θεός συνιστά: “παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου”. Μέσα από την προοπτική της παράκλησης και παρηγοριάς βλέπω τα γεγονότα της Μ. Εβδομάδας και του Πάσχα. Να βλέπης την πόρνη γυναίκα να γίνεται αμέσως σώφρων, αφού αγάπησε τον Χριστό. Να βλέπης τον ληστή, τον εγκληματία, να γίνεται πρώτος πολίτης του Παραδείσου. Να βλέπης τον μαθητή που αρνήθηκε τον Χριστό να γίνεται Πρωτοκορυφαίος Απόστολος. Δεν είναι μεγάλη παρηγοριά;

-Πώς θα παρουσιάζατε εν συντομία τα δρώμενα του θείου δράματος;

Αν διαβάση κανείς το συναξάριο της κάθε ημέρας θα δη αναλυτικά τί εορτάζουμε κάθε ημέρα της Εβδομάδος. Αν μπορούσα να κάνω μια σύντομη ανάλυση, θα έλεγα ότι όλα τα γεγονότα δείχνουν δύο πραγματικότητες - αλήθειες. Η μία την επιθετικότητα και το μίσος του ανθρώπου προς την αλήθεια. Και η άλλη την “επιθετικότητα” της αλήθειας και της αγάπης προς το μίσος. Όπως έλεγε παλαιότερα ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς, ο άνθρωπος καταδίκασε τον Θεό στον θάνατο και ο Θεός “κατεδίκασε” τον άνθρωπο στην αθανασία. Πάντοτε το μίσος και η ανασφαλής επιθετικότητα δείχνει αδυναμία, ενώ η αγάπη και η εκούσια σταύρωση φανερώνει την δύναμη του πνεύματος. Οι άνθρωποι σήμερα βλέπουν παντού εχθρούς και αισθάνονται τον διπλανό τους σαν απειλή για την ύπαρξή τους. Ο Χριστός μας έδειξε ότι ο εχθρός δεν βρίσκεται απλώς έξω από μάς, αλλά μέσα μας είναι η τραυματισμένη ελευθερία μας που λειτουργεί ως μηδέν και όχι ως αγάπη, καθώς επίσης μας δίδαξε ότι η παρουσία του άλλου δεν είναι απειλή για την ύπαρξή μας, αλλά “προφητικό γεγονός”, αφού ο άλλος είναι ο αδελφός μας, η χαρά μας. Ο Σάτρ έλεγε: “Οι άλλοι είναι η κόλασή μου”. Οι άγιοι, κατά το πρότυπο του Χριστού, αναφωνούν: “Χριστός ανέστη, χαρά μου”.

-Ποιό είναι το μήνυμα που εκπορεύεται από το κενό μνημείο του Θεανθρώπου για τον άνθρωπο της τηλοψίας;

Ζούμε σε μια εποχή πληροφορίας και πληροφορικής, στην οποία εποχή σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η τηλοψία ή τηλεόραση. Παρά ταύτα όμως ζούμε σε εποχή παραπληροφορίας και παραπληροφόρησης. Μαθαίνουμε πολλά νέα που γίνονται στον κόσμο, αγνοώντας το μεγαλύτερο νέο, την ουσία των πραγμάτων.

Ο Henry David Thoreau, αναφερόμενος στην πληροφόρηση της εποχής του (1854), έλεγε ότι οι εφημερίδες δεν προσφέρουν “τίποτε το νέο”. Υπογράμμιζε ότι αν διαβάση κανείς ένα περιστατικό, μια ληστεία, έναν φόνο κλπ., δεν χρειάζεται να διαβάση άλλο. “Αν γνωρίζετε την γενική αρχή, τί σάς νοιάζουν οι μύριες περιπτώσεις και εφαρμογές της; Για έναν φιλόσοφο όλα τα νέα, όπως λέγονται, είναι κουτσομπολιό, κι αυτοί που τα συντάσσουν και τα διαβάζουν είναι γριές κυρίες την ώρα του τσαγιού”. Ο Walter Benjamin (1938) κάνει λόγο για το ότι η σύγχρονη πληροφορία είναι στην πραγματικότητα “σύντομη ασύνδετη πληροφορία”. Και γράφει χαρακτηριστικά: “Η ιστορία της πληροφορίας δύσκολα μπορεί να γραφή χωριστά από την ιστορία της διαφθοράς του τόπου”. Πόσο περισσότερο ισχύει αυτό για την σύγχρονη πληροφορική!

Όμως, ο κενός τάφος του Θεανθρώπου προσφέρει την παλαιά αλλά πάντα καινούρια πληροφορία, ότι νικήθηκε ο θάνατος, ότι η πραγματική ζωή ξεπετιέται από τον θάνατο, την κένωση, την θυσία και προσφορά. Μάλλον καλύτερα μπορώ να πω ότι ο κενός τάφος του Χριστού δεν προσφέρει πληροφορία, έστω την καλύτερη, αλλά την ζωή που νικά τον θάνατο.

Η τηλοψία ακόμη μπορεί να λειτουργή με το κτιστό φως και κάνει τον άνθρωπο να γνωρίζη την επιφάνεια, αλλά ο κενός τάφος του Χριστού μας δείχνει το άκτιστο Φώς, που φωτίζει και το σκοτάδι του Άδη και γεμίζει με φως όλη την κτίση. Έτσι, ενώ οι δίαυλοι της πληροφορίας ικανοποιούν τις αισθήσεις, ο κενός τάφος του Χριστού αναπαύει τις πνευματικές αισθήσεις, φανερώνει την ζωή, την πέρα των αισθήσεων.

-Πιστεύετε ότι ο σύγχρονος κόσμος μπορεί να φθάση στην πραγμάτωση της Αναστάσεως; Ποιο το μήνυμα που θα θέλατε ως Ιεράρχης να αποστείλετε προς τους νέους;

Όσα είπαμε μέχρι τώρα δείχνουν το στίγμα του πνεύματος που θέλω να περάσω μέσα από την συνέντευξη αυτή. Εκείνο που θα ήθελα να υπογραμμίσω ιδιαιτέρως είναι ότι υπάρχει μια επανάσταση που γίνεται με το μίσος και τις ενέργειες του θηρίου της Αποκαλύψεως και υπάρχει μια Ανάσταση που γίνεται με την αγάπη και τις ενέργειες του Αρνίου της Αποκαλύψεως. Ο Χριστός με την Ανάστασή Του έκανε την μεγαλύτερη επανάσταση μέσα στην ιστορία. Η κάθε επανάσταση δεν είναι ούτε οδηγεί στην Ανάσταση, αλλά η Ανάσταση εν Χριστώ Ιησού είναι η αληθινή επανάσταση, από την άποψη ότι η λέξη επανάσταση προέρχεται από το ρήμα επανίστημι και δείχνει την επάνοδο του ανθρώπου στο πρωτόκτιστο κάλλος, την επαναφορά του ανθρώπου στην προηγουμένη του δόξα, την ανάστασή του από την πτώση.

Ο Χριστός θυσιάστηκε και αναστήθηκε όχι για να κάνη μερικές θεαματικές ενέργειες για προσωπική του εξύψωση και δόξα, αλλά για να γίνη το φάρμακο για τον άνθρωπο. Όταν βρίσκεται ένα φάρμακο για μια αρρώστια, τότε χαιρόμαστε γιατί ο κάθε άρρωστος μπορεί να ιατρευτή. Έτσι, ο Χριστός με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του, έγινε το ισχυρότερο φάρμακο, “τό φάρμακο της αθανασίας”. Όλοι εμείς που κυριαρχούμαστε από τον θάνατο μπορούμε να απαλλαγούμε από την δυναστεία του και να ζήσουμε την Ανάσταση. Αυτό το έζησαν όλοι οι άγιοι, επομένως μπορούμε και εμείς.

Τελειώνοντας, θέλω να πω ότι το βιβλίο της Αποκαλύψεως δείχνει τις ενέργειες του Αντιχρίστου, αλλά και την δόξα του Χριστού, το χάραγμα του θηρίου, αλλά και το σφράγισμα του Αρνίου, την κακότητα του θηρίου, αλλά και την αγάπη του Αρνίου, τους ανθρώπους του θηρίου, αλλά και τους ανθρώπους του Αρνίου, την καταστροφή της κτίσεως, αλλά και την ανακαίνιση της κτίσεως. Το τέλος της Αποκαλύψεως είναι η θριαμβευτική νίκη του Χριστού πάνω στον Αντίχριστο, ο καινός ουρανός και η καινή γη. Και οι νέοι άνθρωποι μόνο με τον νέο Χριστό, που καινοποιεί τα πάντα και αφθαρτίζει τα πάντα μπορούν να παραμείνουν πάντοτε νέοι, στην ζωή, το φρόνημα και την όλη τους ύπαρξη.

(www.parembasis.gr)

Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

Κυριακάτικα: Ήχος πλ. β΄ Εωθινόν Στ΄



Απολυτίκιον

Αγγελικαί Δυνάμεις επί τό μνήμά σου, καί οι φυλάσσοντες απενεκρώθησαν, και ίστατο Μαρία εν τώ τάφω, ζητούσα τό άχραντόν σου σώμα. Εσκύλευσας τόν Άδην, μή πειρασθείς υπ' αυτού, υπήντησας τη Παρθένω, δωρούμενος τήν ζωήν, ο αναστάς εκ των νεκρών, Κύριε δόξα σοι.

Υπακοή


Τώ εκουσίω καί ζωοποιώ σου θανάτω Χριστέ, πύλας τού Άδου συντρίψας ως Θεός, ήνοιξας ημίν τόν πάλαι Παράδεισον, καί αναστάς εκ τών νεκρών, ερρύσω εκ φθοράς τήν ζωήν ημών.

Κοντάκιον


Τήν υπέρ ημών Τή ζωαρχική παλάμη τούς τεθνεώτας, εκ τών ζοφερών κευθμώνων ο Ζωοδότης, αναστήσας άπαντας Χριστός ο Θεός, τήν ανάστασιν εβράβευσε, τώ βροτείω φυράματι, υπάρχει γάρ πάντων Σωτήρ, ανάστασις καί ζωή, καί Θεός τού παντός.

Ο Οίκος

Τόν Σταυρόν καί τήν Ταφήν σου Ζωοδότα, ανυμνούμεν οι πιστοί καί προσκυνούμεν, ότι τόν Άδην έδησας Αθάνατε, ως Θεός παντοδύναμος, καί νεκρούς συνανέστησας, καί πύλας τού Άδου συνέτριψας, καί κράτος τού θανάτου καθείλες ως Θεός. Διό οι γηγενείς δοξολογούμέν σε πόθω τόν αναστάντα, καί καθελόντα εχθρού τό κράτος τού πανώλους, καί πάντας αναστήσαντα τούς επί σοί πιστεύσαντας, καί κόσμον λυτρωσάμενον εκ τών βελών τού όφεως, καί ως μόνον δυνατόν, εκ τής πλάνης τού εχθρού λυτρωσάμενον ημάς, όθεν ανυμνούμεν ευσεβώς τήν Ανάστασίν σου, δι' ής έσωσας ημάς, ως Θεός τού παντός.

Εσπέριοι και ορθρινοί ύμνοι

Νίκην έχων Χριστέ, τήν κατά τού Άδου, εν τώ Σταυρώ ανήλθες, ίνα τούς εν σκοτει θανάτου καθημένους, συναναστήσης σεαυτώ, ο εν νεκροίς ελεύθερος, ο πηγάζων ζωήν εξ οικείου φωτός, Παντοδύναμε Σωτήρ, ελέησον ημάς.

Σήμερον ο Χριστός, θάνατον πατήσας, καθώς είπεν ανέστη, καί τήν αγαλλίασιν τώ κόσμω εδωρήσατο, ίνα πάντες κραυγάζοντες τόν ύμνον ούτως είπωμεν. Η πηγή τής ζωής, τό απρόσιτον φώς, παντοδύναμε Σωτήρ, ελέησον ημάς.

Τήν Ανάστασίν σου Χριστέ Σωτήρ, Άγγελοι υμνούσιν εν ουρανοίς, καί ημάς τούς επί γής καταξίωσον, εν καθαρά καρδία σέ δοξάζειν.


Κύριε, παρίστατο τώ τάφω σου Μαρία η Μαγδαληνή, καί έκλαιε βοώσα, καί κηπουρόν σε νομίζουσα έλεγε. Πού έκρυψας τήν αιώνιον Ζωήν; πού έθηκας τόν επί θρόνου Χερουβίμ; οι γάρ τούτον φυλάσσοντες, από τού φόβου απενεκρώθησαν, ή τόν Κύριόν μου δότε μοι, ή σύν εμοί κραυγάσατε, ο εν νεκροίς καί τούς νεκρούς αναστήσας δόξα σοι.

Προϊστορεί ο Ιωνάς τόν τάφον σου, καί ερμηνεύει Συμεών τήν Έγερσιν τήν ένθεον, αθάνατε Κύριε, κατέβης γάρ ωσεί νεκρός εν τώ τάφω, ο λύσας Άδου τάς πύλας, ανέστης δέ άνευ φθοράς ως Δεσπότης, τού κόσμου είς σωτηρίαν, Χριστέ ο Θεός ημών, φωτίσας τούς εν σκότει.

Αγαλλιάσθω η κτίσις, καί ανθείτω ως κρίνον, ο γάρ Χριστός εκ τών νεκρών ηγέρθη ως Θεός. Πού σου θάνατε, νύν τό κέντρον; κράζομεν. Πού σού άδη τό νίκος; καθείλέ σε εις γήν, ο υψώσας τό κέρας ημών, ως εύσπλαγχνος.

Σύν Πατρί καί Πνεύματι, Χριστόν ανυμνήσωμεν, τόν αναστάντα εκ νεκρών, καί πρός αυτόν εκβοώμεν. Σύ ζωή υπάρχεις, ημών καί ανάστασις, ελέησον ημάς.

Εξαποστειλαριον στ΄ και Εωθινόν

Δεικνύων ότι άνθρωπος, Σώτερ εί κατ' ουσίαν, εν μέσω στάς εδίδασκες, αναστάς εκ τού τάφου, καί βρώσεως συμμετέσχες, βάπτισμα μετανοίας, ευθύς δέ πρός ουράνιον, ανελήφθης Πατέρα, καί Μαθηταίς, πέμπειν τόν Παράκλητον επηγγείλω, Υπέρθεε Θεάνθρωπε, δόξα τή σή Εγέρσει.

Ο Ποιητής τής κτίσεως καί Θεός τών απάντων, σάρκα βροτείαν έλαβεν, εξ αχράντων αιμάτων, σού παναγία Παρθένε καί γάρ φθαρείσαν πάσαν, τήν φύσιν εκαινούργησε, πάλιν ώς πρό τού τόκου, καταλιπών, μετά τόκον, όθεν πιστώς σε πάντες, ανευφημούμεν κράζοντες, Χαίρε Δέσποινα κόσμου.

Η όντως ειρήνη σύ Χριστέ, πρός ανθρώπους Θεού, ειρήνην τήν σήν διδούς, μετά τήν Έγερσιν Μαθηταίς, εμφόβους έδειξας αυτούς, δόξαντας πνεύμα οράν, αλλά κατέστειλας τόν τάραχον αυτών τής ψυχής, δείξας τάς χείρας καί τούς πόδας σου, πλήν απιστούντων έτι, τή τής τροφής μεταλήψει, καί διδαχών αναμνήσει, διήνοιξας αυτών τόν νούν, τού συνιέναι τάς Γραφάς, οίς καί τήν Πατρικήν επαγγελίαν καθυποσχόμενος, καί ευλογήσας αυτούς, διέστης πρός ουρανόν. Δίο σύν αυτοίς προσκυνούμέν σε, Κύριε δόξα σοι.

ΕΩΘΙΝΟΝ ΣΤ'
ΛΟΥΚΑΝ 24,36-53


Τώ καιρώ εκείνω, αναστάς ο Ιησούς εκ νεκρών έστη εν μέσω αυτών, καί λέγει αυτοίς, Ειρήνη υμίν. πτοηθέντες δέ καί έμφοβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν. καί είπεν αυτοίς, Τί τεταραγμένοι εστέ, καί διατί διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν ταίς καρδίαις υμών. ίδετε τάς χείράς μου καί τούς πόδας μου, ότι αυτός εγώ ειμι, ψηλαφήσατέ με καί ίδετε, ότι πνεύμα σάρκα καί οστέα ουκ έχει, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα. καί τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τάς χείρας καί τούς πόδας. έτι δέ απιστούντων αυτών από τής χαράς, καί θαυμαζόντων, εί πεν αυτοίς, Έχετέ τι βρώσιμον ενθάδε; οι δέ επέδωκαν αυτώ Ιχθύος οπτού μέρος, καί από μελισσίου κηρίου. καί λαβών ενώπιον αυτών έφαγεν. Είπε δέ αυτούς, Ουτοι οι λόγοι, ούς ελάλησα πρός υμάς έτι ων σύν υμίν, ότι δεί πληρωθήναι πάντα τά γεγραμμένα εν τώ νόμω Μωσέως καί προφήταις καί ψαλμοίς περί εμού. τότε διήνοιξεν αυτών τόν νούν, τού συνιέναι τάς γραφάς. καί είπεν αυτοίς ότι Ούτω γέγραπται, καί ούτως είδει παθείν τόν Χριστόν, καί αναστήναι εκ νεκρών τή τρίτη ημέρα, καί κηρυχθήναι επί τώ ονόματι αυτού μετάνοιαν καί άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τά έθνη, αρξάμενον από Ιερουσαλήμ, υμείς δέ εστε μάρτυρες τούτων. καί Ιδού εγώ αποστέλλω τήν επαγγελίαν τού πατρός μου εφ' υμάς, υμείς δέ καθίσατε εν τή πόλει Ιερουσαλήμ, έως ού ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους. Εξήγαγε δέ αυτούς έξω έως εις Βηθανίαν, καί επάρας τάς χείρας αυτού, ευλόγησεν αυτούς. καί εγένετο εν τώ ευλογείν αυτόν αυτούς, διέστη απ' αυτών, καί ανεφέρετο εις τόν ουρανόν. καί αυτοί προσκυνήσαντες αυτόν, υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης, καί ήσαν διαπαντός εν τώ ιερώ, αινούντες καί ευλογούντες τόν Θεόν. Αμήν.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού: Από το Έκδοσις Ακριβής της ορθ. πίστεως



Για την κάθοδο στον Άδη.

Η θεωμένη ψυχή του (Χριστού) κατεβαίνει στον άδη, ώστε, όπως ο ήλιος
της δικαιοσύνης ανέτειλε για τους ζωντανούς, έτσι να λάμψει και το φως
στους πεθαμένους που βρίσκονται στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου.
Όπως έφερε στους ζωντανούς το χαρμόσυνο μήνυμα της ειρήνης,
τη λύτρωση από την αιχμαλωσία (του διαβόλου) και το φως στους τυφλούς,
και έγινε σε όσους τον πιστεύουν η αιτία της αιώνιας σωτηρίας,
ενώ στους άπιστους αιτία καταδίκης, έτσι να συμβεί και στους ένοικους του
Άδη· «ώστε και τα επουράνια και τα επίγεια και τα υπόγεια να πέσουν στα
γόνατα να τον προσκυνήσουν». Επομένως, αφού ελευθέρωσε από τα δεσμά
τους προαιώνια νεκρούς, αμέσως αναστήθηκε από τους νεκρούς και
άνοιξε για μας το δρόμο της αναστάσεως.

Για τα μετά την ανάσταση

Μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς άφησε κατά μέρος όλα τα πάθη,
εννοώ τη φθορά, την πείνα, τη δίψα, τον ύπνο, την κούραση
και τα παρόμοια. Διότι, αν και δοκίμασε τροφή μετά την ανάσταση, δεν τη
δοκίμασε σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους –αφού δεν πεινούσε–, αλλά
επειδή ήθελε να βεβαιώσει την αλήθεια της αναστάσεως με τον τρόπο της
οικονομίας του, ότι δηλαδή η ίδια η σάρκα του είναι
που έπαθε και αναστήθηκε· δεν άφησε κατά μέρος κανένα από τα μέρη
της φύσεώς του, ούτε το σώμα ούτε την ψυχή, αλλά έχει και το σώμα και την
ψυχή λογική και νοερή, με θέληση και ενέργεια· και έτσι κάθεται
στα δεξιά του Πατέρα του, θέλοντας με θεϊκό και ανθρώπινο τρόπο
τη σωτηρία μας και ενεργώντας με θεϊκό τρόπο την πρόνοια,
τη συντήρηση και κυβέρνηση όλων· θυμάται με ανθρώπινο τρόπο
τη διαμονή του πάνω στη γη, ενώ βλέπει και γνωρίζει
ότι όλη η λογική κτίση τον προσκυνά. Διότι η αγία του ψυχή γνωρίζει
ότι έχει ενωθεί υποστατικά με το Θεό Λόγο και ότι προσκυνείται
μαζί του ως ψυχή του Θεού και όχι ως απλή ψυχή.
Και η ανάβαση από τη γη στον ουρανό και η κατάβαση του πάλι
είναι ενέργειες του περιορισμένου σώματος. Λέει (ο άγγελος) «έτσι πάλι θα
έλθει προς εσάς, με τον τρόπο που τον είδατε να ανεβαίνει στον ουρανό".

Για την Ανάσταση (των νεκρών).

Πιστεύουμε επίσης και στην ανάσταση των νεκρών. Θα γίνει πράγματι
η ανάσταση των νεκρών. Όταν λέμε ανάσταση, εννοούμε την ανάσταση
των σωμάτων. Διότι ανάσταση είναι το δεύτερο ζωντάνεμα αυτού που έχει
πεθάνει· διότι οι ψυχές, που είναι αθάνατες, πώς θα αναστηθούν; Αν πράγματι
ορίζουν ως θάνατο το χωρισμό της ψυχής από το σώμα, τότε οπωσδήποτε
ανάσταση είναι η ένωση της ψυχής πάλι με το σώμα και δεύτερη ανόρθωση
της υπάρξεως που πέθανε και διαλύθηκε. Το ίδιο, λοιπόν, σώμα
που φθάρθηκε και διαλύθηκε, θα αναστηθεί άφθαρτο. Διότι αυτός που το
έπλασε στην αρχή από το χώμα της γης μπορεί και πάλιν να το αναστήσει,
παρόλο που λύθηκε στα στοιχεία του και επέστρεψε στη γη, από την οποία
πλάσθηκε με απόφαση του Δημιουργού.
Διότι, αν δεν υπάρχει ανάσταση, «ας φάμε και πιούμε», ας επιδιώξουμε
τη ζωή των ηδονών και των απολαύσεων. Αν δεν υπάρχει ανάσταση,
σε τί διαφέρουμε από τα άλογα ζώα; Εάν δεν υπάρχει ανάσταση,
ας μακαρίσουμε τα θηρία του δάσους που η ζωή τους κυλά χωρίς λύπη.
Αν δεν υπάρχει ανάσταση, ούτε Θεός υπάρχει, ούτε η πρόνοιά του,
και όλα γίνονται στην τύχη. Βλέπουμε, για παράδειγμα, πάρα πολλούς
δίκαιους να είναι φτωχοί, ν’ αδικούνται και να μην έχουν στον παρόντα
βίο καμιά βοήθεια· αντίθετα, αμαρτωλοί και άδικοι
να ευημερούν μέσα στον πλούτο και κάθε απόλαυση.
Και ποιός λογικός άνθρωπος θα το θεωρούσε αυτό δίκαιη και σοφή πράξη;
Θα γίνει, λοιπόν, θα γίνει η ανάσταση. Διότι ο Θεός είναι δίκαιος
και βραβεύει με μισθό αυτούς που τον υπακούν. Αν βέβαια η ψυχή
αγωνίσθηκε μόνη στον αγώνα των αρετών,
και μόνη αυτή θα βραβευθεί. Κι αν μόνη της έπεσε στο βούρκο των ηδονών,
θά ήταν δίκαιο μόνη αυτή να τιμωρούνταν. Αλλά, επειδή ούτε η (ανθρώπινη)
ύπαρξη έχει δύο χωριστά μέρη, ούτε η ψυχή εργάσθηκε την αρετή ή
την κακία ξεχωριστά από το σώμα, είναι δίκαιο και τα δύο (ψυχή και σώμα)
να λάβουν τις αμοιβές.
Μάλιστα, η Αγία Γραφή βεβαιώνει ότι θα γίνει ανάσταση των σωμάτων.
Λέει, λοιπόν, ο Θεός στο Νώε μετά τον κατακλυσμό: «Σας τα επιτρέπω όλα
έως τα λάχανα και τα χόρτα. Ωμό όμως κρέας, με τη ζωή και το αίμα του,
δεν θα φάτε· και οπωσδήποτε το αίμα και τη ζωή σας θα τα ζητήσω πίσω
από τα θηρία που τα κατασπάραξαν, όπως τη ζωή κάθε ανθρώπου
θα τη ζητήσω πίσω από το χέρι του αδελφού του (που τον σκότωσε).
Όποιος χύσει αίμα ανθρώπου, από άνθρωπο θα χυθεί το αίμα του, διότι
έπλασα τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα του Θεού». Πώς θα ζητήσει
πίσω το αίμα του ανθρώπου από τα θηρία που τον κατασπάραξαν,
παρά μόνον με το ότι θα αναστήσει τα σώματα των ανθρώπων που πέθαναν;
Διότι δεν είναι δυνατόν να πεθάνουν θηρία σε αντάλλαγμα των ανθρώπων.
Και πάλι λέει στο Μωϋσή: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ
και του Ιακώβ. Ο Θεός δεν είναι Θεός των νεκρών», δηλαδή αυτών που
πέθαναν και δεν θα υπάρχουν πια, αλλά των ζωντανών, των οποίων οι ψυχές
βρίσκονται στα χέρια του, ενώ τα σώματά τους θα ζήσουν πάλι
με την ανάστασή τους. Και ο θεοπάτορας Δαβίδ λέει στο Θεό:
«Θ’ αφαιρέσεις το πνεύμα τους και θα χαθούν, και θα επιστρέψουν
στη γη τους». Να, εδώ γίνεται λόγος για τα σώματα. Έπειτα προσθέτει:
«Θ’ αποστείλεις το πνεύμα σου και θα πλασθούν και θα ανανεώσεις
τους κατοίκους της γης».
Και ο Ησαΐας πάλι λέει: «Οι νεκροί θ’ αναστηθούν και θα βγουν έξω
από τους τάφους». Είναι γνωστό ότι στους τάφους εναποτίθενται
τα σώματα και όχι οι ψυχές. Και ο μακάριος Ιεζεκιήλ λέει:
«Και μόλις προφήτευσα, να, έγινε σεισμός
και συναρμολογήθηκαν τα οστά, ένα προς ένα,
το καθένα στη θέση του. Και παρατήρησα, αμέσως προστέθηκαν νεύρα
σ’ αυτά, φύτρωσαν σάρκες και σχηματίσθηκε και τα περιέβαλε
από παντού δέρμα». Στη συνέχεια, αναφέρει,
πώς με την προσταγή επανήλθε η ζωή (σ’ αυτά).
Και ο θείος Δανιήλ λέει: «Τον καιρό εκείνο θα σηκωθεί ο Μιχαήλ,
ο μεγάλος άρχοντας, ο οποίος στέκεται για τους γιους του λαού σου·
και θα είναι καιρός θλίψεως, τέτοια θλίψη που ποτέ δεν έγινε έως τότε,
αφότου εμφανίσθηκαν οι λαοί της γης. Και τον καιρό εκείνο (της θλίψεως)
θα σωθεί ο λαός σου, καθένας που θα βρεθεί γραμμένος στο βιβλίο.
Και πολλοί απ’ αυτούς που κοιμούνται μέσα στο χώμα της γης
θ’ αναστηθούν, άλλοι για αιώνια ζωή και άλλοι για καταδίκη και αιώνια
ντροπή. Και οι συνετοί θα λάμψουν όπως η λαμπρότητα
του έναστρου ουρανού, και αυτοί που είναι πολύ δίκαιοι θα λάμψουν
στην αιωνιότητα
ακόμη περισσότερο από τα άστρα». Με τη φράση «πολλοί
που κοιμούνται στο χώμα της γης θ’ αναστηθούν», είναι φανερό ότι εννοεί
την ανάσταση των σωμάτων. Διότι ποτέ δεν θα έλεγε κάποιος ότι οι ψυχές
κοιμούνται στο χώμα της γης.
Αλλά και ο Κύριος στα ιερά Ευαγγέλια ολοφάνερα κήρυξε την ανάσταση
των σωμάτων. Λέει, για παράδειγμα: «Όσοι κείτονται πεθαμένοι
στους τάφους θ’ ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού και θ’ αναστηθούν·
όσοι έκαναν τα καλά έργα θ’ αναστηθούν για τη ζωή, ενώ όσοι έκαναν
τα κακά θ’ αναστηθούν για την καταδίκη». Κανένας, λοιπόν, λογικός
άνθρωπος δεν λέει ποτέ ότι στους τάφους κείτονται οι ψυχές.
Και ο Κύριος πιστοποίησε την ανάσταση των σωμάτων όχι μόνον με λόγια
αλλά και με έργα. Πρώτα, βέβαια, με την τετραήμερη έγερση του Λαζάρου,
που ήδη είχε διαλυθεί και μύριζε· μάλιστα, δεν ανάστησε ψυχή χωρίς σώμα,
αλλά και το σώμα μαζί με την ψυχή· και όχι άλλο σώμα, αλλά το ίδιο
που είχε διαλυθεί. Διότι, πώς θα γινόταν γνωστή και πιστευτή
η ανάσταση του πεθαμένου, αν δεν διατηρούσε τα χαρακτηριστικά ιδιώματα
που συνιστούν την υπόστασή της; Και το Λάζαρο βέβαια τον ανάστησε,
για ν’ αποδείξει τη θεότητά του και να βεβαιώσει τη δική του και δική μας
ανάσταση, αν και (ο Λάζαρος) επρόκειτο πάλι να επιστρέψει στο θάνατο.
Ο ίδιος όμως ο Κύριος έγινε η πρώτη αρχή της τελείας αναστάσεως, η οποία
δεν υποπίπτει στο θάνατο. Γι’ αυτό και ο θείος απόστολος Παύλος έλεγε:
«Εάν οι νεκροί δεν θ’ αναστηθούν, ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί.
Επομένως, η πίστη μας είναι μάταιη και βρισκόμαστε ακόμη μέσα
στις αμαρτίες μας». Και λέει ακόμη: «Αναστήθηκε ο Χριστός, η αρχή για την
έγερση των νεκρών». Επίσης λέει: «Πρώτος βγήκε από τους νεκρούς».
Και ακόμη: «Αν πιστεύουμε ό τι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, με τον ίδιο
τρόπο ο Θεός με τον Ιησού θα εγείρει και τους νεκρούς μαζί του».
Είπε τη φράση «με τον ίδιο τρόπο», όπως δηλαδή ο Κύριος αναστήθηκε.
Και είναι φανερό ότι η ανάσταση του Κυρίου ήταν ένωση του σώματος,
που έγινε άφθαρτο, και της ψυχής (διότι αυτά τα δύο είχαν χωρισθεί μεταξύ
τους)· είπε μάλιστα (ο Κύριος): «Γκρεμίστε το ναό, και μέσα σε τρεις ημέρες
θα τον ξανακτίσω».
Και το ιερό Ευαγγέλιο αποτελεί αξιόπιστο μάρτυρα ότι
εννοούσε (με την παραπάνω φράση) το σώμα του». Λέει, επίσης, ο Κύριος
στους μαθητές του, που νόμιζαν πως βλέπουν φάντασμα: «Αγγίξτε με και
γνωρίστε ότι εγώ ο ίδιος είμαι και δεν έχω αλλάξει· διότι (το φάντασμα)
δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε να έχω εγώ».
«Και αφού είπε τα λόγια αυτά, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του»,
και καλεί το Θωμά να τον αγγίξει. Επομένως, αυτά δεν είναι αρκετά
για να βεβαιώσουν την ανάσταση των σωμάτων;
Λέει, επίσης, ο θείος απόστολος: «Πρέπει αυτό το φθαρτό (σώμα)
να γίνει άφθαρτο και το ίδιο το θνητό (σώμα) να γίνει αθάνατο».
Και πάλι λέει: «Πεθαίνει (σώμα) φθαρτό και ανασταίνεται άφθαρτο·
πεθαίνει ασθενικό και ανασταίνεται δυνατό· πεθαίνει άσημο
και ανασταίνεται ένδοξο· πεθαίνει σώμα ψυχικό (δηλαδή υλικό και θνητό)
και ανασταίνεται σώμα πνευματικό», δηλαδή άτρεπτο, απαθές, άϋλο.
Το «πνευματικό» (σώμα) έχει αυτή την έννοια, όπως είναι το σώμα
του Κυρίου, το οποίο μετά την ανάστασή του διαπερνά κλειστές πόρτες,
δεν κουράζεται, δεν έχει ανάγκη από τροφή, ύπνο και πιοτό. Βεβαιώνει
ο Κύριος: «θα είναι (μετά την ανάσταση) σαν άγγελοι του Θεού»· ούτε γάμος
ούτε παιδιά. Και λέει ο θείος απόστολος: «Η αληθινή ζωή μας
είναι στον ουρανό, απ’ όπου περιμένουμε τον Σωτήρα μας
Κύριο Ιησού, ο οποίος και θ’ αλλάξει τη μορφή του ταπεινού σώματός μας,
για να ομοιάσει στην όψη του δικού του ενδόξου σώματος». Δεν εννοεί,
βέβαια, –αλίμονο κάτι τέτοιο–, την αλλαγή μας σε άλλη μορφή, αλλά εννοεί
την αλλαγή μας από την κατάσταση της φθοράς σ’ αυτήν της αφθαρσίας.
Θα ρωτήσει όμως κάποιος: Πώς θ’ αναστηθούν οι νεκροί; Πω, πω, απιστία!
Πω, πω, ανοησία! Αυτός που μετέβαλε το χώμα σε σώμα μόνο με τη βούλησή
του, Αυτός που έδωσε εντολή σε μια μικρή σταγόνα του σπέρματος
ν’ αυξηθεί μέσα στη μήτρα και να σχηματίσει αυτό το πολυσχιδές και
πολύμορφο όργανο του σώματος, δεν θα μπορέσει και πάλι με τη βούλησή
του ν’ αναστήσει αυτό που δημιουργήθηκε και στη συνέχεια διαλύθηκε;
«Με ποιό σώμα θ’ αναστηθούν; (ρωτάει). Ανόητε!». Εάν η πώρωσή σου
δεν σου επιτρέπει να πιστεύεις στα λόγια του Θεού, τουλάχιστον πίστευε
στα έργα του. «Εσύ αυτό που σπείρεις δεν φυτρώνει, εάν δεν θαφτεί· και δεν
σπείρεις το φυτό που θα φυτρώσει, αλλά γυμνό σπόρο, είτε τύχει σταριού
είτε κάτι άλλο. Ο Θεός όμως είναι που δίνει, σύμφωνα με τη θέλησή του,
τον κορμό σ’ αυτό (το σπόρο)· παρόμοια δίνει στο κάθε σπόρο το δικό του
κορμό». Δες, λοιπόν, πως οι σπόροι παραχώνονται μέσα στα αυλάκια
σαν σε τάφους. Ποιός είναι αυτός που τους δίνει ρίζες, κορμό και φύλλα,
στάχια και πολύ λεπτά καλάμια. Δεν είναι ο Δημιουργός των πάντων;
Δεν είναι η εντολή αυτού που τα κατασκεύασε όλα;
Παρόμοια, λοιπόν, πίστευε ότι θα γίνει και η ανάσταση των νεκρών,
με τη θεία βούληση και το θείο πρόσταγμα· διότι η δύναμή του συνεργεί
αμέσως με τη βούλησή του.
Θ’ αναστηθούμε, λοιπόν, με την ένωση πάλι των ψυχών με τα σώματα,
τα οποία θα γίνουν άφθαρτα και θ’ αποβάλλουν τη φθορά·
και θα παρουσιασθούμε στο φοβερό κριτήριο του Χριστού.
Τότε ο Διάβολος, οι δαίμονές του, ο άνθρωπός του,
–ο Αντίχριστός εννοώ–, και όλοι οι ασεβείς και οι αμαρτωλοί
θα παραδοθούν στο αιώνιο πυρ, όχι το υλικό, όπως η φωτιά που εμείς έχουμε,
αλλά σ’ αυτό που ο Θεός γνωρίζει. Τότε, όσοι έκαναν τα καλά έργα
θα λάμψουν σαν τον ήλιο στην αιώνια ζωή μαζί με τους αγγέλους
και με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τον οποίο θα βλέπουν συνεχώς·
με τη θέα του θα απολαμβάνουν την ατελείωτη χαρά που προσφέρει,
και θα τον δοξολογούν μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα
στην άπειρη αιωνιότητα. Αμήν.

(Έκδοσις Ακριβής της ορθοδόξου Πίστεως μετ. αρχ. Δωρ. Πάπαρη
www.nektarios.gr)

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Κυριακάτικα: Ήχος πλ. Α΄ Εωθινόν Ε΄



Απολυτίκιον

Τόν συνάναρχον Λόγον Πατρί καί Πνεύματι, τόν εκ Παρθένου τεχθέντα εις σωτηρίαν ημών, ανυμνήσωμεν πιστοί καί προσκυνήσωμεν, ότι ηυδόκησε σαρκί, ανελθείν εν τώ σταυρώ, καί θάνατον υπομείναι, καί εγείραι τούς τεθνεώτας, εν τή ενδόξω Αναστάσει αυτού.

Υπακοή


Αγγελική οράσει τόν νούν εκθαμβούμεναι, καί θεϊκή Εγέρσει τήν ψυχήν φωτιζόμεναι, αι Μυροφόροι τοίς Αποστόλοις ευηγγελίζοντο. Αναγγείλατε εν τοίς έθνεσι, τήν Ανάστασιν τού Κυρίου, συνεργούντος τοίς θαύμασι, καί παρέχοντος ημίν μέγα έλεος.

Κοντάκιον

Μιμητής υπάρχων Πρός τόν Άδην Σωτήρ μου συγκαταβέβηκας, καί τάς πύλας συντρίψας ως παντοδύναμος, τούς θανόντας ως Κτίστης συνεξανέστησας, καί θανάτου τό κέντρον Χριστέ συνέτριψας, καί Αδάμ τής κατάρας ερρύσω Φιλάνθρωπε, διό πάντες σοί κράζομεν. Σώσον ημάς Κύριε.

Ο Οίκος

Ακούσασαι αι Γυναίκες τού Αγγέλου τά ρήματα, απεβάλοντο τόν θρήνον, προσχαρείς γενόμεναι, καί σύντρομοι τήν Ανάστασιν έβλεπον, καί ιδού Χριστός προσήγγισεν αυταίς, λέγων τό, Χαίρετε, θαρσείτε, εγώ τόν κόσμον νενίκηκα, καί τούς δεσμίους ερρυσάμην, σπουδάσατε ούν πρός τούς Μαθητάς, απαγγέλλουσαι αυτοίς, ότι προάγω υμάς, εν τή πόλει Γαλιλαία τού κηρύξαι. Διό πάντες σοι κράζομεν. Σώσον ημάς Κύριε.

Από τους ύμνους όρθρου και εσπερινού:

Διά τού τιμίου σου Σταυρού Χριστέ, διάβολον ήσχυνας, καί διά τής Αναστάσεώς σου, τό κέντρον τής αμαρτίας ήμβλυνας, καί έσωσας ημάς, εκ τών πυλών τού θανάτου, δοξάζομέν σε Μονογενές.

O τήν Ανάστασιν διδούς τώ γένει τών ανθρώπων, ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη, έφριξαν τούτον οι άρχοντες τού Άδου, καί επήρθησαν πύλαι οδυνηραί, εισελήλυθε γάρ ο Βασιλεύς τής δόξης Χριστός, λέγων τοίς εν δεσμοίς, Εξέλθετε, καί τοίς εν τώ σκότει, ανακαλύπτεσθε.

O δι' ημάς σαρκί πάθος δεξάμενος, καί τριήμερος εκ νεκρών αναστάς, τής σαρκός ημών τά πάθη θεράπευσον, καί ανάστησον εκ πταισμάτων χαλεπών, Φιλάνθρωπε, καί σώσον ημάς.

Κύριε, μετά τήν τριήμερόν σου Ανάστασιν, καί τήν τών Αποστόλων προσκύνησιν, ο Πέτρος εβόα σοι. Γυναίκες απετόλμησαν, καγώ εδειλίασα. Ληστής εθεολόγησε, καγώ ηρνησάμην σε, άρα καλέσεις με τού λοιπού μαθητήν, ή πάλιν δείξεις με αλιέα βυθού; αλλά μετανοούντά με δέξαι, ο Θεός καί σώσόν με.

Τών Αγγέλων ο δήμος, κατεπλάγη ορών σε, εν νεκροίς λογισθέντα, τού θανάτου δέ Σωτήρ, τήν ισχύν καθελόντα, καί σύν εαυτώ τόν Αδάμ εγείραντα, καί εξ Άδου πάντας ελευθερώσαντα.

Μυροφόροι γυναίκες, μετά μύρων ελθούσαι, πρός τό μνήμά σου, Σώτερ, ενηχούντο. Αγγέλου τρανώς, πρός αυτάς φθεγγομένου. Τί μετά νεκρών, τόν ζώντα λογίζεσθε; ώς Θεός γάρ, εξανέστη τού μνήματος.

Κύριε, εσφραγισμένου τού τάφου υπό τών παρανόμων, προήλθες εκ τού μνήματος, καθώς ετέχθης εκ τής Θεοτόκου, ουκ έγνωσαν πώς εσαρκώθης, οι ασώματοί σου Άγγελοι, ουκ ήσθοντο πότε ανέστης, οι φυλάσσοντές σε στρατιώται, αμφότερα γάρ εσφράγισται τοίς ερευνώσι, πεφανέρωται δέ τά θαύματα, τοίς προσκυνούσιν, εν πίστει τό μυστήριον, ο ανυμνούσιν, απόδος ημίν αγαλλίασιν, καί τό μέγα έλεος.

Εξαποστειλάριον και Εωθινόν Ε΄

Η ζωή καί οδός Χριστός, εκ νεκρών τώ Κλεόπα καί τώ Λουκά συνώδευσεν, οίς περ καί επεγνώσθη, εις Εμμαούς κλών τόν άρτον, ών ψυχαί καί καρδίαι, καιόμεναι ετύγχανον, ότε τούτοις ελάλει εν τή οδώ, καί Γραφαίς ηρμήνευεν, ά υπέστη, μεθ' ών , Ηγέρθη, κράξωμεν, ώφθη τε καί τώ Πέτρω.

Ω τών σοφών σου κριμάτων Χριστέ! πώς Πέτρω μέν τοίς οθονίοις μόνοις, έδωκας εννοήσαί σου τήν Ανάστασιν, Λουκά δέ καί Κλεόπα, συμπορευόμενος ωμίλεις, καί ομιλών, ουκ ευθέως σεαυτόν φανεροίς; Διό καί ονειδίζη, ώς μόνος παροικών εν Ιερουσαλήμ, καί μή μετέχων τών, εν τέλει βουλευμάτων αυτής, Αλλ' ο πάντα πρός τό τού πλάσματος συμφέρον οικονομών, καί τάς περί σού προφητείας ανέπτυξας, καί εν τώ ευλογείν τόν άρτον, εγνώσθης αυτοίς, ών καί πρό τούτου αι καρδίαι, πρός γνώσίν σου ανεφλέγοντο, οί καί τοίς Μαθηταίς συνηθροισμένοις, ήδη τρανώς εκήρυττόν σου τήν Ανάστασιν, δι' ης ελέησον ημάς.

ΕΩΘΙΝΟΝ Ε'
(Λκ κδ΄,12-35)

Τώ καιρώ εκείνω, ο Πέτρος αναστάς έδραμεν επί τό μνημείον, καί παρακύψας βλέπει τά οθόνια κείμενα μόνα. καί απήλθε, πρός εαυτόν θαυμάζων τό γεγονός. Καί Ιδού δύο εξ αυτών ήσαν πορευόμενοι εις εν αυτή τή ημέρα εις κώμην απέχουσαν σταδίους εξήκοντα από Ιερουσαλήμ, η όνομα Εμμαούς. καί αυτοί ωμίλουν πρός αλλήλους περί πάντων τών συμβεβηκότων τούτων. καί εγένετο εν τώ ομιλείν αυτούς καί συζητείν, καί, αυτός ο Ιησούς εγγίσας συνεπορεύετο αυτοίς, οι δέ οφθαλμοί αυτών εκρατούντο τού μή επιγνώναι αυτόν. είπε δέ πρός αυτούς, Τίνες οι λόγοι ουτοι ούς αντιβάλλετε πρός αλλήλους περιπατούντες, καί εστέ σκυθρωποί; αποκριθείς δέ ο εις ω όνομα Κλεοπάς, είπε πρός αυτόν , Σύ μόνος παροικείς εν Ιερουσαλήμ, καί ουκ έγνως τά γενόμενα εν αυτή εν ταίς ημέραις ταύταις; καί είπεν αυτοίς, Ποία; Οι δέ είπον αυτώ, Τά περί Ιησού τού Ναζωραίου, ός εγένετο ανήρ προφήτης δυνατός εν έργω καί λόγω εναντίον τού Θεού καί παντός τού λαού, όπως τε παρέδωκαν αυτόν οι αρχιερείς καί οι άρχοντες ημών εις κρίμα θανάτου, καί εσταύρωσαν αυτόν. ημείς δέ ηλπίζομεν ότι αυτός εστιν ο μέλλων λυτρούσθαι τόν Ισραήλ. αλλά γε ουν σύν πάσι τούτοις τρίτην ταύτην ημέραν άγει σήμερον, αφ' ου ταύτα εγένετο. αλλά καί γυναίκές τινες εξ ημών εξέστησαν ημάς, γενόμεναι ορθριαί επί τό μνημείον, καί μή ευρούσαι τό σώμα αυτού, ήλθον λέγουσαι καί οπτασίαν αγγέλων εωρακέναι, οί λέγουσιν αυτόν ζήν. καί απήλθόν τινες τών σύν ημίν επί τό μνημείον, καί ευρον ούτω καθώς καί αι γυναίκες είπον, αυτόν δέ ουκ είδον. καί αυτός είπε πρός αυτούς, Ω ανόητοι καί βραδείς τή καρδία τού πιστεύειν επί πάσιν οις ελάλησαν οι προφήται, ουχί ταύτα έδει παθείν τόν Χριστόν καί εισελθείν εις τήν δόξαν αυτού; καί αρξάμενος από Μωσέως καί από πάντων τών προφητών, διηρμήνευεν αυτοίς εν πάσαις ταίς γραφαίς τά περί εαυτού. καί ήγγισαν εις τήν κώμην ου επορεύοντο, καί αυτός προσεποιείτο πορρώτερων πορεύεσθαι. Καί παρεβιάσαντο αυτόν , λέγοντες, Μείνον μεθ' ημών, ότι πρός εσπέραν εστί καί κέκλικεν η ημέρα. καί εισήλθε τού μείναι σύν αυτοίς. καί εγένετο εν τώ κατακλιθήναι αυτόν μετ' αυτών, λαβών τόν άρτον ευλόγησε, καί κλάσας επεδίδου αυτοίς. αυτών δέ διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί, καί επέγνωσαν αυτόν, καί αυτός άφαντος εγένετο απ, αυτών. καί είπον πρός αλλήλους, ουχί η καρδία ημών καιομένη ήν εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τή οδώ, καί ως διήνοιγεν ημίν τάς γραφάς; καί αναστάντες αυτή τή ώρα, υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ, καί ευρον συνηθροισμένους τούς ένδεκα καί τούς σύν αυτοίς, λέγοντας, ότι Ηγέρθη ο Κύριος όντως, καί ώφθη Σίμωνι. καί αυτοί εξηγούντο τά εν τή οδώ, καί ως εγνώσθη αυτοίς εν τή κλάσει τού άρτου.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Λόγος εις το Πάσχα Ιωάννου Χρυσοστόμου





«Σήμερον εορτάζομε την λαμπράν νίκην μας. Σήμερον ο Κύριος ημών έστησε το τρόπαιον κατά του θανάτου, κατέλυσε την τυραννία του διαβόλου και μας εχάρισε την οδόν της σωτηρίας διά της αναστάσεως.

Όλοι χαίρομεν, σκιρτώμεν, αγαλλόμεθα. Αν και ο Κύριός μας Χριστός ενίκησε και έστησε το τρόπαιον, εν τούτοις κοινή είναι η ευφροσύνη και η χαρά μας. Όλα τούτα τα έκαμε διά την ιδικήν μας σωτηρίαν και με τα ίδια μέσα που μας κατεπάλαισεν ο διάβολος, ακριβώς με τα ίδια τον ενίκησεν ο Χριστός. Έλαβε τα ίδια όπλα και τον κατεπολέμησε με αυτά.

Πώς, άκουσέ το. Η Παρθένος, το Ξύλον και ο Θάνατος ήσαν τα σύμβολα της ιδικής μας ήττας. Παρθένος είναι η Εύα. Ουδέποτε είχε γνωρίσει άνδρα, όταν υπέστη την απάτη. Ξύλον είναι το δένδρον και Θάνατος το επιτίμιον εναντίον του Αδάμ. Είδες πως η παρθένος, το ξύλον και ο θάνατος έγιναν τα σύμβολα της ήττας μας;

Κοίταξε τώρα πως έγιναν αίτια της νίκης. Αντί της Εύας η Μαρία, αντί του δένδρου της γνώσεως του καλού και πονηρού, το ξύλον του σταυρού, αντί του θανάτου του Αδάμ, ο θάνατος του Κυρίου. Είδες με ποια μέσα ενίκησεν, ενώ με τα ίδια ηττάται; Γύρω από το δένδρον επάλαισε και ενίκησε τον Αδάμ ο διάβολος;

Γύρω από τον σταυρόν ενίκησε τον διάβολο ο Χριστός. Και το μεν ξύλον εκείνο, το δένδρον έστελνε εις τον Άδην, ενώ τούτο, το του σταυρού, ανεκάλει και όσους είχον υπάγει εις τον Άδην. Το πρώτον έκρυπτε τον ηττημένον, όπως τον αιχμάλωτον και τον γυμνόν, ενώ το δεύτερον, εδείκνυεν εις όλους τον νικητήν, προσηλωμένον γυμνόν εφ’ υψηλού σημείου. Και ο μεν θάνατος εις την πρώτην περίπτωσιν συμπαρέσυρε και τους μετά τον Αδάμ, ενώ ο του Χριστού ανέστησεν αληθώς και τους προ αυτού θανόντας.

«Ποίος θα περιγράψει τας δυνάμεις του Κυρίου και θα κάνει να εισακουσθούν όλαι αι αινέσεις του;». Διά του θανάτου εγίναμεν αθάνατοι, ανέστημεν από την πτώσιν και από νικημένοι κατέστημεν νικηταί. Αυτά είναι τα κατορθώματα του σταυρού, αυτή είναι η μεγίστη απόδειξις της αναστάσεως.

Σήμερον σκιρτούν οι άγγελοι και όλαι αι δυνάμεις του ουρανού αγάλλονται ευχαριστούμενοι διά την κοινήν σωτηρίαν του γένους των ανθρώπων. Αν διά την μετάνοιαν και ενός αμαρτωλού γίνεται χαρά εις τον ουρανόν και την γην, πολύ περισσότερον συμβαίνει τούτο διά την σωτηρίαν της οικουμένης.

Σήμερον ο Χριστός ηλευθέρωσε την ανθρωπίνην φύσιν από την τυραννία του διαβόλου και την επανέφερεν εις την προηγουμένην της ευγένειαν. Όταν λοιπόν ίδω την αρχικήν μου καταβολήν ούτω να νικά τον θάνατον, δεν φοβούμαι πλέον, δεν απεχθάνομαι τον πόλεμον, ούτε κάμπτομαι διά την αδυναμίαν μου, αλλά αισθάνομαι την θείαν δύναμιν σύμμαχόν μου εις το μέλλον. Εκείνος που θα κατανικήσει την τυραννίαν του θανάτου και θα μπορέσει να αχρηστεύσει την δύναμήν του, τί νομίζετε, δεν θα κάνει το παν διά τούς συνανθρώπους του, των οποίων την μορφήν εδέχθη ο Χριστός να λάβει λόγω της μεγάλης του φιλανθρωπίας και να πολεμήσει υπό την ανθρωπίνην μορφήν τον διάβολον;



Σήμερον η σύναξις των αγγέλων και ο χορός όλων των ουρανίων δυνάμεων αγάλλονται διά την σωτηρίαν των ανθρώπων. Σκέψου, λοιπόν, αγαπητέ, το μέγεθος της χαράς, αφού και αι ουράνιαι δυνάμεις συνεορτάζουν με ημάς και χαίρουν επίσης διά τα ιδικά μας αγαθά. Αν και είναι ιδική μας η χάρις που μας παρεχώρησεν ο Χριστός, εν τούτοις είναι και ιδική των η ευχαρίστησις. Διά τούτο δεν εντρέπονται να συνεορτάζουν μαζί μας.

Αλλά τί λέγω, ότι ,όνον οι σύνδουλοί μας δεν εντρέπονται να συνεορτάζουν; Ο ίδιος ο Κύριος αυτών, αλλά και ημών, δεν εντρέπται να συνεορτάζει μαζί μας. Αλλά διατί είπον δεν εντρέπεται; Όχι μόνον δεν εντρέπεται, αλλά και το επιθυμεί. Από πού τεκμαίρεται αυτό;

Άκουσέ τον τι λέγει: «Επεθύμησα σφοδρώς να φάγω μαζί σας τούτο το Πάσχα». Δηλαδή αφού επεθύμησε να φάγει, αυτό σημαίνει και να συνεορτάσει. Όταν δεις όχι μόνον τους αγγέλους και την σύναξιν όλων των ουρανίων δυνάμεων, αλλά και αυτόν τον Κύριον των αγγέλων να συνεορτάζει μαζί μας, τί σου απομένει διά να ευφρανθείς; Λοιπόν, ας μη είναι κανείς κατηφής σήμερον λόγω πενίας. Η εορτή είναι πνευματική....

Ας εορτάσωμεν, λοιπόν, την εορτήν της Αναστάσεως του Κυρίου. Ανέστη και μαζί του συνανέστησε την οικουμένην. Και αυτός μεν ανέστη θραύσας τα δεσμά του θανάτου, ημάς δε ανέστησε συντρίψας τας αλυσίδας των αμαρτιών μας. Ο Αδάμ ημάρτησε και απέθανεν. Ο Χριστός δεν ημάρτησε και απέθανεν. Καινοφανές και παράδοξον. Ο πρώτος ημάρτησε και απέθανεν. Ο δεύτερος δεν ημάρτησε, αλλά απέθανεν. Δια ποίον λόγον και διατί; Διά να μπορέσει ο αμαρτήσας και αποθανών να ελευθερωθεί από τα δεσμά του θανάτου μέσω του μη αμαρτήσαντος και αποθανόντος.

Έτσι πολλάκις γίνεται και εις τας περιπτώσεις όσων οφείλουν χρήματα. Οφείλει κάποιος εις κάποιον αργύρια, δεν έχει να τα καταβάλει και ένεκα τούτου φυλακίζεται. Ένας άλλος που δεν οφείλει και που ημπορεί να τα καταβάλει, τα καταθέτει και απολύεται ο υπόλογος.

Το ίδιο έγινε και εις την περίπτωσιν του Αδάμ και του Χριστού. Ώφειλεν ο Αδάμ τον θάνατον και εκρατείτο υπό του διαβόλου. Ο Χριστός ούτε ώφειλεν, ούτε εκρατείτο. Ήλθεν όμως και κατέβαλε τον θάνατον υπέρ του κρατουμένου, προκειμένου να τον απολύσει από τα δεσμά του θανάτου.

Είδες το κατόρθωμα της Αναστάσεως; Είδες την φιλανθρωπίαν του Κυρίου; Είδες μέγεθος φροντίδος; Λοιπόν, ας μη γινώμεθα αγνώμονες δι’ αυτόν τον ούτως ευεργετήσαντα ημάς, μήτε, επειδή επέρασεν η νηστεία, να καταστώμεν αμελέστεροι. Αντιθέτως, τώρα παρά ποτέ, ας επιμελούμεθα περισσότερον την ψυχήν μας, διά να μη γίνεται ασθενεστέρα, όταν ευχαριστώμεν την σάρκα μας, πράγμα που ομοιάζει με το να περιποιούμεθα την δούλην και να παραμελώμεν την δέσποιναν».

(πηγή xfe.gr)

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2009

Μεγάλη Τεσσαρακοστή: Πορεία προς το Πάσχα


Όταν κάποιος ξεκινάει για ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει που πηγαίνει. Αυτό συμβαίνει και με τη Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω απ' όλα η Μεγάλη Σαρακοστή είναι ένα πνευματικό ταξίδι που προορισμός του είναι το Πάσχα, «η Εορτή Εορτών». Είναι η προετοιμασία για την «πλήρωση του Πάσχα, που είναι η πραγματική Αποκάλυψη».Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αρχίσουμε με την προσπάθεια να καταλάβουμε αυτή τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη Σαρακοστή και το Πάσχα, γιατί αυτή αποκαλύπτει κάτι πολύ ουσιαστικό και πολύ σημαντικό για τη Χριστιανική πίστη και ζωή μας.

Άραγε είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε ότι το Πάσχα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια γιορτή, πολύ πέρα από μια ετήσια ανάμνηση ενός γεγονότος που πέρασε; Ο καθένας που, έστω και μια μόνο φορά, έζησε αυτή τη νύχτα «τη σωτήριο, τη φωταυγή και λαμπροφόρο», που γεύτηκε εκείνη τη μοναδική χαρά, το ξέρει αυτό.

Αλλά τι είναι αυτή η χαρά; Γιατί ψέλνουμε στην αναστάσιμη λειτουργία: «νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια»; Με ποια έννοια «εορτάζομεν» - καθώς ισχυριζόμαστε ότι το κάνουμε «θανάτου την νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν άλλης βιοτής της αιωνίου απαρχήν...»;

Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις η απάντηση είναι: η νέα ζωή η οποία πριν από δυο χιλιάδες περίπου χρόνια «ανέτειλεν εκ του τάφου», προσφέρθηκε σε μας, σε όλους εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό. Μάς δόθηκε τη μέρα που βαπτιστήκαμε, τη μέρα δηλαδή που όπως λέει ο Απ. Παύλος: «...συνετάφημεν ουν αυτώ δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).[...]

Μήπως όμως δε χάνουμε πολύ συχνά και δεν προδίνουμε αυτή τη «νέα ζωή» που λάβαμε σαν δώρο, και στην πραγματικότητα ζούμε σαν να μην αναστήθηκε ο Χριστός και σαν να μην έχει νόημα για μάς αυτό το μοναδικό γεγονός; Και όλα αυτά εξαιτίας της αδυναμίας μας, της ανικανότητάς μας, και ζούμε σταθερά με «πίστη ελπίδα και αγάπη» στο επίπεδο εκείνο που μάς ανέβασε ο Χριστός όταν είπε: «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού». Απλούστατα εμείς ξεχνάμε όλα αυτά γιατί είμαστε τόσο απασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στις καθημερινές έγνοιες μας και ακριβώς επειδή ξεχνάμε, αποτυχαίνουμε. Μέσα σ' αυτή τη λησμοσύνη, την αποτυχία και την αμαρτία η ζωή μας γίνεται ξανά «παλαιά», ευτελής, σκοτεινή και τελικά χωρίς σημασία, γίνεται ένα χωρίς νόημα ταξίδι για ένα χωρίς νόημα τέρμα. Καταφέρνουμε να ξεχνάμε ακόμα και το θάνατο και τελικά, εντελώς αιφνιδιαστικά, μέσα στις «απολαύσεις της ζωής» μάς έρχεται τρομακτικός, αναπόφευκτος, παράλογος. Μπορεί κατά καιρούς να παραδεχόμαστε τις ποικίλες «αμαρτίες» μας και να τις εξομολογούμαστε, όμως εξακολουθούμε να μην αναφέρουμε τη ζωή μας σ' εκείνη τη νέα ζωή που ο Χριστός αποκάλυψε και μάς έδωσε. Πραγματικά ζούμε σαν να μην ήρθε ποτέ Εκείνος. Αυτή είναι η μόνη πραγματική αμαρτία, η αμαρτία όλων των αμαρτιών, η απύθμενη θλίψη και τραγωδία όλων των κατ' όνομα χριστιανών.

Αν το αναγνωρίζουμε αυτό, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι το Πάσχα και γιατί χρειάζεται και προϋποθέτει τη Μεγάλη Σαρακοστή. Γιατί τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι η λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας και όλος ο κύκλος των ακολουθιών της υπάρχουν, πρώτα απ' όλα, για να μάς βοηθήσουν να ξαναβρούμε το όραμα και την γεύση αυτής της νέας ζωής, που τόσο εύκολα χάνουμε και προδίνουμε, και ύστερα να μπορέσουμε να μετανοήσουμε και να ξαναγυρίσουμε στην Εκκλησία. Πώς είναι δυνατόν να αγαπάμε και να επιθυμούμε κάτι που δεν το ξέρουμε; Πώς μπορούμε να βάλουμε πάνω από καθετί άλλο στη ζωή μας κάτι που ποτέ δεν έχουμε δει και δεν έχουμε χαρεί; Με άλλα λόγια: πώς μπορούμε, πώς είναι δυνατόν να αναζητήσουμε μια Βασιλεία για την οποία δεν έχουμε ιδέα; Η λατρεία της Εκκλησίας ήταν από την αρχή και είναι ακόμα και τώρα η είσοδος και η επικοινωνία μας με τη νέα ζωή της Βασιλείας. Και στο κέντρο της λειτουργικής ζωής, σαν καρδιά της και μεσουράνημά της σαν ήλιος που οι ακτίνες του διαπερνούν καθετί - είναι το Πάσχα. Το Πάσχα είναι η πόρτα, ανοιχτή κάθε χρόνο, που οδηγεί στην υπέρλαμπρη Βασιλεία του Χριστού, είναι η πρόγευση της αιώνιας χαράς που μάς περιμένει, είναι η δόξα της νίκης η οποία από τώρα, αν και αόρατη, πλημμυρίζει όλη την κτίση: «νικήθηκε ο θάνατος».

Ολόκληρη η λατρεία της Εκκλησίας είναι οργανωμένη γύρω από το Πάσχα, γι' αυτό και ο λειτουργικός χρόνος, δηλαδή η διαδοχή των εποχών και των εορτών, γίνεται ένα ταξίδι, ένα προσκύνημα στο Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι η Αρχή. Είναι το τέλος όλων αυτών που αποτελούν τα «παλαιά» και η αρχή της «νέας ζωής», μια συνεχής «διάβαση» από τον «κόσμο τούτο» στην Βασιλεία που έχει αποκαλυφτεί «εν Χριστώ».

Παρ' όλα αυτά η «παλαιά» ζωή, η ζωή της αμαρτίας και της μικρότητας, δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί και ν' αλλάξει. Το Ευαγγέλιο περιμένει και ζητάει από τον άνθρωπο να κάνει μια προσπάθεια η οποία, στην κατάσταση που βρίσκεται τώρα ο άνθρωπος, είναι ουσιαστικά απραγματοποίητη. Αντιμετωπίζουμε μια πρόκληση. Το όραμα, ο στόχος, ο τρόπος της νέας ζωής είναι για μάς μια πρόκληση που βρίσκεται τόσο πολύ πάνω από τις δυνατότητές μας!

Γι' αυτό, ακόμα και οι Απόστολοι, όταν άκουσαν τη διδασκαλία του Κυρίου Τον ρώτησαν απελπισμένα: «τις άρα δύναται σωθήναι;» (Ματθ. 19,26). Στ' αλήθεια δεν είναι καθόλου εύκολο ν' απαρνηθείς ένα ασήμαντο ιδανικό ζωής καμωμένο με τις καθημερινές φροντίδες, με την αναζήτηση των υλικών αγαθών, με την ασφάλεια και την απόλαυση και να δεχτείς ένα άλλο ιδανικό ζωής το οποίο βέβαια δεν στερείται καθόλου τελειότητας στο σκοπό του: «Γίνεσθε τέλειοι ως ο Πατήρ ημών εν ουρανοίς τέλειος εστίν». Αυτός ο κόσμος με όλα του τα «μέσα» μάς λέει: να είσαι χαρούμενος, μην ανησυχείς, ακολούθα τον «ευρύ» δρόμο. Ο Χριστός στο Ευαγγέλιο λέει: διάλεξε το στενό δρόμο, αγωνίσου και υπόφερε, γιατί αυτός είναι ο δρόμος για τη μόνη (genuine) αληθινή ευτυχία. Και αν η Εκκλησία δεν βοηθήσει πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε αυτή τη φοβερή εκλογή; Πώς μπορούμε να μετανοήσουμε και να ξαναγυρίσουμε στην υπέροχη υπόσχεση που μας δίνεται κάθε χρόνο το Πάσχα; Ακριβώς αυτή είναι η στιγμή που εμφανίζεται η Μεγάλη Σαρακοστή. Αυτή είναι η «χείρα βοηθείας» που απλώνει σε μάς η Εκκλησία. Είναι το σχολείο της μετάνοιας που θα μάς δώσει δύναμη να δεχτούμε το Πάσχα όχι σαν μια απλή ευκαιρία να φάμε, να πιούμε, ν' αναπαυτούμε, αλλά, βασικά, σαν το τέλος των «παλαιών» που είναι μέσα μας και σαν είσοδό μας στο «νέο».

Στην αρχαία Εκκλησία ο βασικός σκοπός της Σαρακοστής ήταν να προετοιμαστούν οι «Κατηχούμενοι», δηλαδή οι νέοι υποψήφιοι χριστιανοί, για το βάπτισμα που, εκείνο τον καιρό, γίνονταν στη διάρκεια της αναστάσιμης θείας Λειτουργίας. Αλλά ακόμα και τώρα που η Εκκλησία δεν βαφτίζει πια τους χριστιανούς σε μεγάλη ηλικία και ο θεσμός της κατήχησης δεν υπάρχει πια, το βασικό νόημα της Σαρακοστής παραμένει το ίδιο. Γιατί, αν και είμαστε βαφτισμένοι, εκείνο που συνεχώς χάνουμε και προδίνουμε είναι ακριβώς αυτό που λάβαμε στο Βάπτισμα. Έτσι το Πάσχα για μάς είναι η επιστροφή, που κάθε χρόνο κάνουμε, στο βάπτισμά μας και επομένως η Σαρακοστή είναι η προετοιμασία μας γι' αυτή την επιστροφή η αργή αλλά επίμονη προσπάθεια να πραγματοποιήσουμε τελικά τη δική μας «διάβαση», το «Πάσχα» μας στη νέα εν Χριστώ ζωή. Το ότι, καθώς θα δούμε, οι ακολουθίες στη σαρακοστιανή λατρεία διατηρούν ακόμα και σήμερα τον κατηχητικό και βαπτιστικό χαρακτήρα, δεν είναι γιατί διατηρούνται «αρχαιολογικά» απομεινάρια, αλλά είναι κάτι ζωντανό και ουσιαστικό για μας. Γι' αυτό κάθε χρόνο η Μεγάλη Σαρακοστή και το Πάσχα είναι, μια ακόμη φορά, η ανακάλυψη και η συνειδητοποίηση του τι γίναμε με τον «δια βαπτίσματος» μας θάνατο και την ανάσταση.

Ένα ταξίδι, ένα προσκύνημα! Καθώς το αρχίζουμε, καθώς κάνουμε το πρώτο βήμα στη «χαρμολύπη» της Μεγάλης Σαρακοστής βλέπουμε μακριά, πολύ μακριά - τον προορισμό. Είναι η χαρά της Λαμπρής, είναι η είσοδος στη δόξα της Βασιλείας. Είναι αυτό το όραμα, η πρόγευση του Πάσχα, που κάνει τη λύπη της Μεγάλης Σαρακοστής χαρά, Φως, και τη δική μας προσπάθεια μια «πνευματική άνοιξη». Η νύχτα μπορεί να είναι σκοτεινή και μεγάλη, αλλά σε όλο το μήκος του δρόμου μια μυστική και ακτινοβόλα αυγή φαίνεται να λάμπει στο ορίζοντα. «Μη καταισχύνης ημάς από της προσδοκίας ημών, Φιλάνθρωπε!»


Από το Βιβλίο
«Μεγάλη Σαρακοστή»
Αλέξανδρου Σμέμαν
Εκδ. Ακρίτας


(www.enoriaka.gr)

Κυριακή 1 Μαρτίου 2009

Κυριακάτικα: Ήχος δ΄ Εωθινόν Δ΄



Απολυτίκιον
Τό φαιδρόν τής Αναστάσεως κήρυγμα, τού Αγγέλου μαθούσαι αι τού Κυρίου Μαθήτριαι, καί τήν προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι, τοίς Αποστόλοις καυχώμεναι έλεγον, Εσκύλευται ο θάνατος, ηγέρθη Χριστός ο Θεός, δωρούμενος τώ κόσμω τό μέγα έλεος.

Υπακοή
Τά τής σής παραδόξου Εγέρσεως, προδραμούσαι αι Μυροφόροι, τοίς Αποστόλοις εκήρυττον Χριστέ, ότι ανέστης ως Θεός, παρέχων τώ κόσμω τό μέγα έλεος.

Κοντάκιον

Ο Σωτήρ καί ρύστης μου, από τού τάφου, ως Θεός ανέστησεν, εκ τών δεσμών τούς γηγενείς, καί πύλας άδου συνέτριψε, καί ως Δεσπότης ανέστη τριήμερος.

Ο Οίκος
Τόν αναοτάντα εκ νεκρών Χριστόν τόν ζωοδότην, τριήμερον εκ τάφου, καί πύλας τού θανάτου σήμερον συνθλάσαντα, τή δυνάμει τή αυτού, τόν άδην τε νεκρώσαντα, καί τό κέντρον τού θανάτου συντρίψαντα, καί τόν Αδάμ σύν τή Εύα ελευθερώσαντα, υμνήσωμεν πάντες οι γηγενείς, ευχαρίστως βοώντες αίνον εκτενώς, Αυτός γάρ ως μόνος κραταιός Θεός, καί Δεσπότης ενέστη τριήμερος.

Εκλογή από τους ύμνους εσπερινού και όρθρου

Τόν ζωοποιόν σου Σταυρόν, απαύστως προσκυνούντες Χριστέ ο Θεός, τήν τριήμερόν σου Ανάστασιν δοξάζομεν, δι' αυτής γάρ ανεκαίνισας, τήν καταφθαρείσαν τών ανθρώπων φύσιν Παντοδύναμε, καί τήν εις ουρανούς άνοδον, καθυπέδειξας ημίν, ως μόνος αγαθός καί φιλάνθρωπος.

Πύλας Άδου συνέτριψας Κύριε, καί τώ σώ θανάτω, τού θανάτου τό βασίλειον έλυσας, γένος δέ τό ανθρώπινον, εκ φθοράς ηλευθέρωσας, ζωήν καί αφθαρσίαν τώ κόσμω δωρησάμενος, καί τό μέγα έλεος.

Λαός παράνομος Χριστέ, σέ προδούς τώ Πιλάτω, σταυρωθήναι κατεδίκασεν, αγνώμων περί τόν ευεργέτην φανείς, αλλ' εκών υπέμεινας ταφήν, αυτεξουσίως ανέστης τριήμερος, ως Θεός δωρούμενος ημίν, ατελεύτητον ζωήν, και τό μέγα έλεος.

Αναβλέψασαι τού τάφου τήν είσοδον, καί τήν φλόγα τού Αγγέλου μή φέρουσαι, αι Μυροφόροι σύν τρόμω εξίσταντο λέγουσαι, Άρα εκλάπη, ο τώ Ληστή ανοίξας Παράδεισον, άρα ηγέρθη, ο καί πρό πάθους κηρύξας τήν Έγερσιν, αληθώς ανέστη Χριστός ο Θεός, τοίς εν άδη παρέχων ζωήν καί ανάστασιν.

Εν τάφω, σωματικώς, εν άδη δέ μετά ψυχής ως Θεός, εν Παραδείσω δέ μετά Ληστού, καί εν θρόνω υπήρχες Χριστέ, μετά Πατρός καί Πνεύματος, πάντα πληρών ο απερίγραπτος.

Οι σοί μαθηταί καθορώντες, ανεωγμένον σου τόν τάφον, καί τάς θεοφόρους σινδόνας, κεκενωμένας τή Αναστάσει σου, σύν τώ Αγγέλω έλεγον. Όντως εγήγερται ο Κύριος!

Εν τώ σταυρώ σου Χριστέ, τής αρχαίας κατάρας ηλευθέρωσας ημάς, καί εν τώ θανάτω σου, τόν τήν φύσιν ημών τυραννήσαντα, διάβολον κατήργησας, εν δέ τή Εγέρσει σου, χαράς τα πάντα επλήρωσας, διό βοώμέν σοι, ο αναστάς εκ τών νεκρών, Κύριε δόξα σοι.

Εξαποστειλάριον και Εωθινόν Δ΄


Ταίς αρεταίς αστράψαντες, ίδωμεν επιστάντες, εν ζωηφόρω μνήματι, άνδρας εν αστραπτούσαις, εσθήσεσι Μυροφόροις, κλινούσαις εις γήν όψιν, τού ουρανού δεσπόζοντος, έγερσιν διδαχθώμεν, καί πρός ζωήν, εν μνημείω δράμωμεν σύν τώ Πέτρω, καί τό πραχθέν θαυμάσαντες, μείνωμεν Χριστόν βλέψαι.

Όρθρος ήν βαθύς, καί αι Γυναίκες ήλθον επί τό μνήμά σου Χριστέ, άλλά τό σώμα ουχ ευρέθη, τό ποθούμενον αυταίς, διό απορουμέναις, οι ταίς αστραπτούσαις εσθήσεσιν επιστάντες, Τί τόν ζώντα μετά τών νεκρών ζητείτε; έλεγον, Ηγέρθη ώς προείπε, τί αμνημονείτε τών ρημάτων αυτού; Οίς πεισθείσαι, τά οραθέντα εκήρυττον, αλλ' εδόκει λήρος τά ευαγγέλια, ούτως ήσαν έτι νωθείς οι Μαθηταί, αλλ' ο Πέτρος έδραμε, καί Ιδών εδόξασέ σου, πρός εαυτόν τά θαυμάσια.


ΕΩΘΙΝΟΝ Δ'
ΛΟΥΚ.κδ΄,1-12


Τή μιά τών σαββάτων, όρθρου βαθέος ήλθον επί τό μνήμα, φέρουσαι ά ητοίμασαν αρώματα, καί τινες σύν αυταίς. ευρον δέ τόν λίθον αποκεκυλισμένον από τού μνημείου, καί εισελθούσαι ουχ ευρον τό σώμα τού Κυρίου Ιησού. καί εγένετο εν τώ διαπορείσθαι αυτάς περί τούτου, καί Ιδού, δύο άνδρες επέστησαν αυταίς εν εσθήσεσιν αστραπτούσαις. εμφόβων δέ γενομένων αυτών καί κλινουσών τά πρόσωπον εις τήν γήν, είπον πρός αυτάς, Τί ζητείτε τόν ζώντα μετά τών νεκρών. ουκ έστιν ωδε, αλλ' ηγέρθη. μνήσθητε ώς ελάλησεν υμίν, έτι ων εν τή Γαλιλαία, λέγων, ότι δεί τόν υιόν τού ανθρώπου παραδοθήναι εις χείρας ανθρώπων αμαρτωλών, καί σταυρωθήναι, καί τή τρίτη ημέρα αναστήναι. καί εμνήσθησαν τών ρημάτων αυτού, καί υποστρέψασαι από τού μνημειου, απήγγειλαν ταύτα πάντα τοίς ένδεκα καί πάσι τοίς λοιποίς. ήσαν δέ η Μαγδαληνή Μαρία καί Ιωάννα καί Μαρία Ιακώβου, καί αι λοιπαί σύν αυταίς, αι έλεγον πρός τούς αποστόλους ταύτα. καί εφάνησαν ενώπιον αυτών ωσεί λήρος τά ρήματα αυτών, καί ηπίστουν αυταίς. ο δέ Πέτρος αναστάς έδραμεν επί τό μνημείον, καί παρακύψας βλέπει τά οθόνια κείμενα μόνα, καί απήλθε, πρός εαυτόν θαυμάζων τό γεγονός.

Ευχαριστούμε την σελίδα "Ελληνικά Λειτουργικά Κείμενα" ,  

από την οποία αντλούμε τα υμνογραφικά. Η δουλειά τους είναι σπουδαία και αξίξει θερμά συγχαρητήρια.

Επίσης και όλες τίς άλλες σελίδες και ιστολόγια απ'τις οποίες ερανίζουμε την ποικιλλία των αναστάσιμων θεμάτων και των εικόνων προς δόξαν Αναστάντος Χριστού.

(Εικόνα προμετωπίδας από holytrinitybut.org)

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
καὶ ἤκουσα φωνῆς μεγάλης ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· Ἰδοὺ ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων, καὶ σκηνώσει μετ' αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς μετ' αὐτῶν ἔσται, καὶ ἐξαλείψει ἀπ' αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον. Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα. ( Αποκ. ΚΑ΄)

Eπίσης γράφω...

  • - ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
    Πριν από 1 χρόνια
  • Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΒΑΠΤΙΣΤΙΚΗ'' (1888) - Ἂν ἄλλη τις χρηστὴ γυνὴ εἶδέ ποτε καλὰ νοικοκυριὰ εἰς τὰς ἡμέρας της, ἀναντιρρήτως εἶδε τοιαῦτα καὶ ἡ θεια-Σοφούλα Κωνσταντινιά, σεβασμία οἰκοδέσποινα ἑ...
    Πριν από 2 χρόνια
  • - Λόγω περιορισμένου χρόνου και αποκλειστικής σχεδόν πλέον ενασχόλησης με το fb, αναστέλλεται η λειτουργία των εξής τριών ιστολογίων: ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ...
    Πριν από 10 χρόνια
  • - Λόγω περιορισμένου χρόνου και αποκλειστικής σχεδόν πλέον ενασχόλησης με το fb, αναστέλλεται η λειτουργία των εξής τριών ιστολογίων: ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ...
    Πριν από 10 χρόνια

Περνούν και διαβάζουν...