Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον, Ιησούν τόν μόνον αναμάρτητον. Τόν σταυρόν σου, Χριστέ, προσκυνούμεν, και τήν αγίαν σου ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν· συ γαρ ει Θεός ημών, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν, το όνομά σου ονομάζομεν. Δεύτε πάντες οι πιστοί, προσκυνήσωμεν τήν του Χριστού αγίαν ανάστασιν· ιδού γαρ ήλθε διά του σταυρού, χαρά εν όλω τω κόσμω. Διά παντός ευλογούντες τόν Κύριον, υμνούμεν τήν ανάστασιν αυτού. Σταυρόν γαρ υπομείνας δι ημάς, θανάτω θάνατον ώλεσεν 

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

Επ' ελπίδι Αναστάσεως


Α­πό­δει­πνο στο νε­κρο­τα­φεί­ο. Ο ή­λιος ε­τοι­μά­ζε­ται για βου­τιά πί­σω α­π’ το βου­νό κι εί­ναι τό­σο θελ­κτι­κό το φως του την ώ­ρα τού­τη που με προ­κα­λεί να κοι­τά­ξω α­πό το πλα­ϊ­νό μι­σο­γερ­μέ­νο πορ­τά­κι της εκ­κλη­σιάς. Φως ι­λα­ρόν πλημ­μυ­ρί­ζει τα μά­τια μου, δε­ή­σεις για τους α­δερ­φούς μου χα­ϊ­δεύ­ουν τ’ αυ­τιά μου. «Υ­πέρ των εν α­σθε­νεί­ας κα­τα­κει­μέ­νων…», η θύ­μη­ση στον πα­τέ­ρα μου και τους πο­λυ­ά­ριθ­μους κα­τοί­κους των νο­σο­κο­μεί­ων. Δά­κρυ­α στην ψυ­χή μου. «Δι’ ευ­χών» κι ό­σο να κοι­τά­ξω λί­γο ψη­λό­τε­ρα στα σύν­νε­φα χά­νε­ται κι η τε­λευ­ταί­α κου­κί­δα του η­λι­ά­το­ρα. Μέ­ρα α­κό­μα και οι λι­γο­στοί πι­στοί σκορ­πί­ζουν γρή­γο­ρα. Μό­νο η κυ­ρά Α­λε­ξάν­δρα, παίρ­νει τον κά­τω δρό­μο. 

- Που πας για­γιά; την ρω­τά­ω.

- Ε­μέ­να μ’ α­ρέ­σει α­πό ‘δω, μου α­παν­τά­ει. Να περ­νά­ω α­πό τον άν­τρα μου.

- Κι ε­μέ­να μ’ α­ρέ­σει α­πό ‘δω, συμ­φω­νώ μα­ζί της. Να θυ­μά­μαι πως θα πε­θά­νω κι ε­γώ μί­α μέ­ρα.

Κα­τη­φο­ρί­ζει στο κοι­μη­τή­ριο πί­σω α­πό το να­ό, φτά­νει στο μνή­μα. Το βή­μα της στα­θε­ρό, τα μά­τια της γε­μά­τα γλύ­κα κι η­ρε­μί­α. Ού­τε έ­να δά­κρυ. Το πα­ρα­μι­κρό τρε­μό­παιγ­μα στη φω­νή της. Μό­νο χα­ϊ­δεύ­ει και φι­λά­ει την φω­το­γρα­φί­α του α­γα­πη­μέ­νου της στο μαρ­μά­ρι­νο σταυ­ρό. «Να προ­σέ­χεις τα παι­διά», τού λέ­ει κι εί­ν’ η φω­νή της σί­γου­ρη πως ο άν­τρας της εί­ναι κον­τά στο Θε­ό και πρε­σβεύ­ει γι’ αυ­τούς με­τά των α­γί­ων. Ά­γιος άν­θρω­πος ο παπ­πούς, ξε­χω­ρι­στός. Πολλοί μι­λά­νε α­κό­μα γι’ αυ­τόν, χω­ρίς να βρί­σκουν α­κρι­βώς λό­για για να πε­ρι­γρά­ψουν τις α­ρε­τές του. 

Ύ­στε­ρα την ρω­τά­ω για την Βαγ­γε­λι­ώ που έ­φυ­γε λί­γες μέ­ρες τώ­ρα κι ό­σοι την α­γά­πα­γαν μνη­μο­νεύ­ουν τα χω­ρα­τά και την κα­λή της την καρ­διά. Μου δεί­χνει το φρέ­σκο μνή­μα κι ό­πως κά­νου­με να φύ­γου­με με μπά­ζει στην κά­μα­ρα με τα λεί­ψα­να ό­λων των κε­κοι­μη­μέ­νων. 

- Ε­σύ ποι­ούς έ­χεις ε­δώ για­γιά;

- Ε­δώ εί­ν’ ο πα­τέ­ρας μου κι η μά­να μου μα­ζί. Ε­δώ ο γιος μου, ο Στέ­λιος μου. Ε­δώ ο α­δερ­φός μου. Ε­δώ εί­ναι η τε­λευ­ταί­α κα­τοι­κί­α, ο Θε­ός να μας σχωρ­νά­ει, ο­λο­νών μας. Ε­δώ θ’ α­να­παυ­τεί η ψυ­χού­λα μας. 

Τό­σο φυ­σι­κά μου τα λέ­ει ό­λα. Κι ό­μως μι­λά­ει για το φο­βε­ρό­τε­ρο γε­γο­νός, την ση­μαν­τι­κό­τε­ρη στιγ­μή της ζω­ής της, την πιο α­κα­τα­νό­η­τη και πα­ρά­λο­γη, που δεν εί­ναι άλ­λη α­πό το ξαφ­νι­κό πέ­ρα­σμα α­πό το κα­τώ­φλι του θα­νά­του και της ζω­ής. «Έ­σχα­τος ε­χθρός κα­ταρ­γεί­ται ο θά­να­τος…» Σί­γα­σε μέ­σα της ο πό­νος της χα­ρο­κα­μέ­νης μι­κρο­μά­νας τό­σα χρό­νια τώ­ρα, στέ­ρε­ψαν τα δά­κρυ­α α­π’ τα σκαμ­μέ­να της μά­γου­λα, μέ­ρε­ψε κι ο πό­νος του χα­μού των γο­νι­ών της. Κι η α­βά­στα­χτη θλί­ψη για την α­πώ­λεια του α­γα­πη­μέ­νου της συν­τρό­φου έ­γι­νε πα­ρη­γο­ριά κι ελ­πί­δα α­να­στά­σι­μη και για το δι­κό της τέ­λος που πλη­σιά­ζει. 

«Χρι­στός α­νέ­στη εκ νε­κρών θα­νά­τω θά­να­τον πα­τή­σας και τοις εν τοις μνή­μα­σι ζω­ήν χα­ρι­σά­με­νος», θα ψελ­λί­σου­με σε λί­γες μέ­ρες. Πό­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο θα το πι­στέ­ψου­με αυ­τή τη φο­ρά; Χρό­νο με το χρό­νο που ο Ά­δης μας θυ­μά­ται πιο συ­χνά κα­τα­λα­βαί­νω πιο κα­λά τι πά­ει να πει «τοις εν τοις μνή­μα­σι». Εί­ναι μου φαί­νε­ται οι μυ­ριά­δες στρα­τι­ές α­πο­λύ­τως μο­να­δι­κών και α­νε­πα­νά­λη­πτων προ­σω­πι­κο­τή­των στην αγ­κα­λιά του Θε­ού, πλά­ι στους αγ­γέ­λους. Κι ό­σο κα­τα­λα­βαί­νω το «τοις εν τοις μνή­μα­σι», άλ­λο τό­σο με­γα­λώ­νει η ελ­πί­δα μου για την α­πέ­ραν­τη α­γά­πη του ου­ρά­νιου πα­τέ­ρα μας που πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό τον κα­θέ­να μας α­γα­πά­ει και πο­νά­ει το κά­θε πλά­σμα του ξε­χω­ρι­στά. Άλ­λο τό­σο με­γα­λώ­νει η ελ­πί­δα μου για το υ­πέρλογο γε­γο­νός της Α­να­στά­σε­ως.
«Άν­τε παι­δί μου, την ευ­χή μου, την ευ­χή του Χρι­στού και της Πα­να­γί­ας»

Γεια σου κυ­ρά-Α­λε­ξάν­δρα! Μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νη ό­πως μα­κραί­νεις, με τη με­γά­λη σου καρ­διά που την λεί­α­νε ο πό­νος, βάλ­σα­μο έ­γι­νες στη ρου­τί­να της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τάς μου. Γεύ­ση αι­ω­νι­ό­τη­τας η μορ­φή σου σή­με­ρα. Άγ­γε­λος Κυ­ρί­ου το πέ­ρα­σμά σου απ το διά­βα μου. Άμ­πο­τε ν’ αν­τα­μω­θού­με με το κα­λό μί­α μέ­ρα και στον Πα­ρά­δει­σο… Α­μήν!
Αναστασία Χ''παύλου
ΠΗΓΗ: http://wwwtaxiarhes.blogspot.gr/2013/04/2.html

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

μέσον τεσσαρακοστής...






Λαμπροφοροῦντες ταῖς
 ἀρεταῖς προσέλθωμεν, τῆς ἐγκρατείας τὸ καθαρὸν κτησάμενοι, καὶ Σταυρὸν
τὸν τίμιον, βοῶντες προσκυνήσωμεν. Ἁγίασον ἡμῶν σὺν ταῖς ψυχαῖς, καὶ τὰ
σώματα, ἀξίωσον ἡμᾶς, καὶ τοῦ ἀχράντου Πάθους σου, ὁ μόνος Θεὸς ἁπάντων,
 χαριζόμενος ἡμῖν καὶ τὰ ἐλέη σου.


  Σήμερον τὸ προφητικὸν πεπλήρωται λόγιον· ἰδοὺ γὰρ προσκυνοῦμεν, εἰς τὸν τόπον, οὗ ἔστησαν οἱ πόδες σου Κύριε, καὶ ξύλου σωτηρίας γευσάμενοι, τῶν ἐξ ἁμαρτίας παθῶν, ἐλευθερίας ἐτύχομεν, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε φιλάνθρωπε.


 Ὁ Σταυρός σου Κύριε ἡγίασται· ἐν αὐτῷ γὰρ γίνονται ἰάματα, τοῖς
ἀσθενοῦσιν ἐν ἁμαρτίαις, δι' αὐτοῦ σοι προσπίπτομεν· Ἐλέησον ἡμᾶς.



 Μόνον ἐπάγη τὸ ξύλον Χριστὲ τοῦ Σταυροῦ σου, τὰ θεμέλια ἐσαλεύθησαν τοῦ
 θανάτου Κύριε· ὃν γὰρ κατέπιε πόθῳ ὁ ᾍδης, ἀπέλυσε τρόμῳ, ἔδειξας ἡμῖν
τὸ σωτήριόν σου Ἅγιε, καὶ δοξολογοῦμέν σε, Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς.



  Μέσης ἡμέρας σταυρουμένου σου, μέσον τῆς γῆς βουλήσει Κόσμου τὰ
πέρατα, μέσον φάρυγγος τοῦ δράκοντος, ἐξέσπασας Οἰκτίρμον· διὸ ἐν μέσῃ,
θείων ἑβδομάδι Νηστειῶν, προσκυνοῦντες δοξάζομεν τὸν τίμιον Σταυρόν σου,
 τὸν Κύριον ὑμνεῖτε, βοῶντες, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.



 Χαρᾶς σημεῖον ὅπλον ἄρρηκτον, τῆς Ἐκκλησίας τεῖχος, Μαρτύρων καύχημα,
Ἀποστόλων ἐγκαλλώπισμα, Ἀρχιερέων σθένος, ἐνδυναμώσας τὴν ἐξασθενοῦσάν
μου ψυχήν, προσκυνεῖν σε ἀξίωσον, καὶ μέλπειν σοι βοῶντα· Τὸν Κύριον
ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.



Μεσότητι τῶν Νηστειῶν, τὸ πανσέβαστον Ξύλον, τοὺς πάντας εἰς
προσκύνησιν, προσκαλεῖται τοὺς ὅσοι, τὰ ἑαυτῶν παθήματα, τοῖς τοῦ
Χριστοῦ παθήμασιν, ἀξίως συναφικνοῦσι. Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί,
προσκυνήσωμεν τὸ Ξύλον, τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου.


Τῆς Νηστείας
τὴν ὁδὸν μεσάσαντες, τὴν ἄγουσαν ἐπὶ τὸν Σταυρόν σου τὸν τίμιον, τὴν σὴν
 ἡμέραν ἰδεῖν, ἣν εἶδεν Ἀβραὰμ καὶ ἐχάρη, ὡς ἐκ τάφου τοῦ βουνοῦ, ζῶντα
λαβὼν τὸν Ἰσαάκ, εὐδόκησον καὶ ἡμᾶς, πίστει ῥυσθέντας τοῦ ἐχθροῦ, καὶ
Δείπνου μετασχεῖν τοῦ μυστικοῦ, ἐν εἰρήνῃ κράζοντας· ὁ φωτισμὸς καὶ ὁ
Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι.


  Μεσάσαντες τὸ πέλαγος τῆς ἐγκρατείας,
λιμένα ἐκδεχόμεθα τῆς σωτηρίας, τὸν καιρὸν τοῦ Πάθους σου, τοῦ ἑκουσίου
Κύριε, ἀλλ' ὡς εὔσπλαγχνος καὶ οἰκτίρμων, καὶ τὴν ἡμέραν τῆς ἐνδόξου
Ἀναστάσεώς σου, ἐν εἰρήνῃ ἀξίωσον ἡμᾶς, θεάσασθαι φιλάνθρωπε.

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

H αισχύνη του Σταυρού

 
 
π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού 
 
Δεν υπάρχει άνθρωπος στη ζωή του, σε όποια ηλικία κι αν βρίσκεται, που να μη σηκώνει σταυρό. 
 
Είτε ο σταυρός είναι εσωτερικός και έχει να κάνει με τον χαρακτήρα, την κλειστότητα, τη αδυναμία αληθινής κοινωνίας με τους άλλους που κάνει τον άνθρωπο μελαγχολικό, είτε είναι εξωτερικός και έχει να κάνει με τον πόνο και την ασθένεια, την απόρριψη, τα προβλήματα, την αδικία, την φτώχεια, την καταστροφή, τον θάνατο ο σταυρός είναι δεδομένος. Γιατί όμως ο Χριστός, όταν μιλά στους μαθητές Του και σε όσους Τον ακολουθούν, ζητά από όποιον θέλει να Τον ακολουθήσει να απαρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει το σταυρό του  (Μάρκ. 8, 34); Για ποιον σταυρό κάνει λόγο ο Κύριός μας; 
 
    Ο Χριστός δεν μιλά για τους σταυρούς της ίδιας της ζωής, του χαρακτήρα, του έσω και του έξω κόσμου. Μιλά για τον σταυρό της αυταπάρνησης και τον σταυρό της ακολούθησης του Ιδίου. Αυτοί οι σταυροί είναι ιδιαίτεροι και γι’ αυτό δυσβάσταχτοι. Έχουν ως άμεση συνέπεια την αισχύνη, την οποία βιώνει ο άνθρωπος από μέρους των άλλων. Την άρνησή τους να κατανοήσουν γιατί ο γνήσιος μαθητής του Χριστού επιλέγει να τους σηκώσει. Ενώ θα μπορούσε να αρκεστεί στους σταυρούς της ζωής, οι οποίοι απαιτούν πίστη για να μπορέσει ο άνθρωπος να τους αντέξει, ο Χριστός ζητά επιπλέον σταυρούς για εκείνον που θα διαλέξει να είναι δικός Του, μαθητής Του.
 
     Ο σταυρός της αυταπάρνησης είναι ο σταυρός της παραίτησης από το «εγώ». Αποτελεί μίμηση του Χριστού κατά πάντα. Ο Κύριός μας παραιτήθηκε από το να είναι μόνο Θεός και «προσέλαβε το ημέτερον φύραμα, κενώσας εαυτόν και γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2, 7-8).  Παραιτήθηκε όμως και από τα προνόμια που η ενωμένη με τη θεότητα ανθρώπινη φύση του προσέδιδε, δηλαδή την αθανασία και την καθυπόταξη των πάντων. Και ανέβηκε στο Σταυρό, ο οποίος αποτελεί το σημείο της μέχρις εσχάτων παραίτησης του Κυρίου από το «εγώ», χωρίς αυτό να σημαίνει περιφρόνησή του. Γιατί το «εγώ» δόθηκε από το Θεό στον άνθρωπο ως σημείο επίγνωσης της συγγένειας, αλλά και ταυτόχρονα, διαφορετικότητας της ύπαρξης από τους άλλους ανθρώπους, τον κόσμο, ακόμη και από τον ίδιο το Θεό.  Μέσα όμως από την παραίτηση από το «εγώ» ζητείται «το του ετέρου» (Α’ Κορ. 10,24). Ζητείται η αγάπη που φτάνει μέχρις εσχάτων. Ζητείται η θυσία. Ζητείται η σωτηρία των πάντων, για την οποία ο Χριστός, ανεβαίνοντας στο Σταυρό, θα φθάσει «μέχρις άδου ταμείων». Αυτόν τον σταυρό καλείται να σηκώσει ο καθένας που θέλει να γίνει μαθητής του Χριστού. Της αυταπάρνησης. της παραίτησης από το δικαίωμα. Από το θέλημα. Από την καθυπόταξη των πάντων. Ακόμη κι από την ίδια τη ζωή. Καλείται να σταυρώσει το «εγώ» του, χάριν του ετέρου. Αυτό σημαίνει να καταστήσει τη ζωή του διακονία των πάντων. 
 
Γνώμων ο πλησίον, όπου κι αν αυτός βρίσκεται. Και συμφέρον του πλησίον δεν είναι η υλική ανακούφιση, αλλά η σωτηρία του. Ο αληθινός μαθητής του Χριστού νοιάζεται και αφιερώνεται στη διακονία της σωτηρίας των ανθρώπων από το κακό και την αμαρτία. Νυχθημερόν προσεύχεται, παρακαλεί το Θεό για τον κόσμο. Νυχθημερόν έχει έγνοιά του πώς να προσφέρει στον πλησίον. Γνώση, χαρά, στήριξη, βοήθεια παντός είδους. Νυχθημερόν παραιτείται και από το δικαίωμα της αναγνώρισης του κόπου. Δεν εξαρτά την συνδρομή του στη σωτηρία των άλλων από το αν θα του αναγνωρίσουν τον κόπο του. Και τότε αξίζει αληθινά η παραίτηση από το «εγώ». Γιατί ο Θεός την αποδέχεται ως μίμησή Του και ενισχύει με τη χαρά της κοινωνίας μαζί του αυτόν που το αποφασίζει.
                
 Ο σταυρός της ακολούθησης του Χριστού είναι η κοινωνία με το πρόσωπο του Κυρίου στην Εκκλησία. Είναι η επιλογή να ακολουθήσει ο γνήσιος μαθητής του Χριστού την οδό του Ευαγγελίου. Δεν υπάρχει θέμα της ανθρώπινης ζωής στο οποίο να μην απαντά το Ευαγγέλιο. Είτε κατά γράμμα είτε κατά πνεύμα, το Ευαγγέλιο που ο Χριστός διακήρυξε και η Εκκλησία αγωνίζεται να εφαρμόσει, αποτελεί το κριτήριο της όντως ζωής. Και είναι Σταυρός η βίωση του Ευαγγελίου. Γιατί όποιος επιχειρεί να το εφαρμόσει στη ζωή του θα έρθει σε σύγκρουση με τον τρόπο του πολιτισμού. Με τους ανθρώπους. Θα λοιδορηθεί. θα περιφρονηθεί. Θα θεωρηθεί παρωχημένος. Θα γευτεί την αδιαφορία. Ακόμη και το μαρτύριο και το θάνατο. Και το Ευαγγέλιο αποκαλύπτει την ουσία της πίστης που είναι η σχέση με το Χριστό. Παντού στη ζωή της Εκκλησίας, είτε στα μυστήρια, είτε στη διδαχή, είτε στην ιεραποστολή το Ευαγγέλιο αποτυπώνεται. Πρωτίστως όμως στα πρόσωπα των Αγίων, τους οποίους έχουμε ως πρεσβευτές προς το Θεό, αλλά και ως πρότυπα στη ζωή μας. Το Ευαγγέλιο όμως δεν μονοπωλεί τον χρόνο μας. Γιατί ο Σταυρός Του δεν είναι ευχάριστος. Τη ζωή μας μονοπωλούν οι μέριμνες. Οι ηδονές. Οι οικείοι μας. Τα αγαθά μας. Η διαχείριση της καθημερινότητάς μας. Ο εικονικός κόσμος στον οποίο ζούμε. Το σκόρπισμα του χρόνου μας στις ποικίλες προκλήσεις. Ένα λείμμα αγωνίζεται για το Ευαγγέλιο. Και γι’  αυτό νιώθουμε ότι δεν ακούγεται σήμερα. Και ότι τελικά φέρει αισχύνη ο Σταυρός της ακολούθησης του Ευαγγελίου. Γιατί μένουμε μόνοι μας  στα περιβάλλοντα του κόσμου να ζητούμε «Ιησούν Χριστόν και τούτον Εσταυρωμένον» (Α’Κορ.  2,2). 
 
  Στη μέση της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας θέτει στο μέσο των ναών τον Τίμιο Σταυρό. Ατενίζοντας το Ξύλο της Ζωής και προσκυνώντας Το μας υπενθυμίζει ότι ο δρόμος που ο κόσμος θεωρεί αφορμή αισχύνης είναι αυτός που σώζει αιώνια τον άνθρωπο. Αυτόν που εξακολουθεί να μην αισχύνεται για την αμαρτωλότητά του, αλλά να περηφανεύεται. Αυτόν που έχει ως σημείο προόδου τα δικαιώματά του και το «εγώ» του και όχι την αγάπη. Αυτόν που λησμονεί το  Ευαγγέλιο και το υποκαθιστά από ιδέες, φιλοσοφίες, σοφίες του κόσμου, συζητήσεις για ασήμαντα και σημαντικά της παρούσης ζωής, χωρίς προοπτική αιωνιότητας. Αυτόν που δε διστάζει να εκμεταλλεύεται τον πλησίον του. Αυτόν που δεν γνωρίζει να συγχωρεί. Είναι αισχύνη από την μία ο δρόμος του Σταυρού, αλλά και λύτρωση από την άλλη.  Γιατί ο Σταυρωθείς διέρρηξε τα δεσμά του θανάτου και έδωσε τη χαρά της Ανάστασης. Κι αυτή η χαρά, που εκφράζεται μέσα από την αγάπη και τη θυσία, αλλά και την εφαρμογή του Ευαγγελίου λυτρώνει αληθινά. Και τότε μπορούμε και τους μικρότερους σταυρούς να τους σηκώσουμε.  Είναι ο Μείζων, ο Χριστός, που μας δίνει δύναμη. Μαζί Του λοιπόν ως την Ανάσταση! 
 

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

νηστευτές στο δρόμο

  


Ολόκληρη τη σαρακοστή νηστεύω. Νηστεύω, δηλαδή, από την Καθαρά
Δευτέρα μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα. Νηστεύω γιατί έχω
μπροστά δρόμο, κι όταν έχεις δρόμο δεν θέλεις να βαρύνεις. Καθαυτή η
λέξη “σαρακοστή” δεν σημαίνει τίποτα άλλο, παρά μέτρημα του δρόμου που
απομένει. Σα να λέει: “σαράντα μέρες υπολείπονται…”. Η σαρακοστή δεν
υπάρχει επειδή τάχα οι μέρες της είναι ιερότερες ή μαγικότερες! Υπάρχει
χάριν του τερματισμού της! Υπάρχει για να μυεί στην έννοια του οράματος,
 του καινούργιου που βρίσκεται στο τέρμα των σαράντα ημερών: στη
Μεγαλοβδομάδα και εν τέλει στην Ανάσταση! Κι έτσι, νηστευτής σημαίνει
ύπαρξη προσανατολισμένη στο μέλλον. Το να νηστεύω σημαίνει όχι απλώς να
δηλώνω, αλλά και να ζω με όλες τις διαστάσεις της ύπαρξής μου
(πνευματικές και βιολογικές αξεχώριστα) το ότι ο κόσμος τούτος, ο
βυθισμένος στη φθορά και στο άδικο, οφείλει να αλλάξει. Οφείλει να
βιωθεί ως ένας κόσμος ο οποίος δεν μπορεί να χορτάσει τον άνθρωπο που
διψά για ζωή. Κι όταν μιλάμε για αλλαγή του κόσμου, δε μιλάμε για
κατάργηση ή εξάτμισή του ή αντικατάστασή του από καποιο υπερπέραν.
Αλλαγή του κόσμου, στη χριστιανική οπτική, σημαίνει απελευθέρωσή του από
 κάθε θάνατο, κυριολεκτικό και μεταφορικό: από κάθε τι που νεκρώνει την
ανθρωπιά, που βάζει ημερομηνία λήξης στην αγάπη, που διακόπτει τον
έρωτα, που κολοβώνει το δίκιο. Μέχρι τη θανάτωση του θανάτου, δηλαδή
μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα, μέχρι να ακουστεί η ιαχή
“Χριστός Ανέστη!”, έχουμε πόλεμο – όχι άραγμα, όχι ανεμελιά. Έχουμε
μπροστά μας δρόμο που περνά από Γολγοθά, από το κόστος δηλαδή, του να
αντιπολιτεύεσαι τον κόσμο τούτο. Κι ο δρόμος δεν προκύπτει αυτόματα! Τον
 φτιάνει η πράξη. Σαρακοστή, λοιπόν, σημαίνει άσκηση στη διάκριση.
Άσκηση στο να μην είμαι αδιάκριτος παμφάγος καταναλωτής ιδεών και
καταστάσεων, αλλά πηδαλιούχος του εαυτού μου. Ικανός στο να διακρίνω τι
δέχομαι και τι αρνούμαι. Η σαρακοστή, κοντολογής, είναι πράξη βαθειά
πολιτική και βαθειά θρησκευτκή ταυτόχρονα. Και η πίστη στην Ανάσταση
είναι πράξη για την Ανάσταση, στάση βαθειά πολιτική και βαθειά
θρησκευτική ταυτόχρονα, η στάση όσων αρνούνται να αναγνωρίσουν το
φασισταριό του θανάτου ως μοιραίο και αναπόφευκτο. Μεγάλη κουβέντα, και
μακάρι να την αντέξουμε! Και γι’ αυτό οι ευχές την περίοδο αυτή είναι
ευχές για κουράγια. “Καλή Σαρακοστή” σημαίνει καλό δρόμο. Μα, “καλή
Ανάσταση” σημαίνει πως ο δρόμος αυτός έχει ένα φτάσιμο: το καινούργιο
που σπάζει τη μιζέρια και την υποτέλεια.







ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ   (αρχισυντάκτης περιοδικού “Σύναξη”)




φωτογραφία: Η Ανάσταση (Mikhail Vrubel, 1856 – 1910)





από  stavrodromi

Ευχαριστούμε την σελίδα "Ελληνικά Λειτουργικά Κείμενα" ,  

από την οποία αντλούμε τα υμνογραφικά. Η δουλειά τους είναι σπουδαία και αξίξει θερμά συγχαρητήρια.

Επίσης και όλες τίς άλλες σελίδες και ιστολόγια απ'τις οποίες ερανίζουμε την ποικιλλία των αναστάσιμων θεμάτων και των εικόνων προς δόξαν Αναστάντος Χριστού.

(Εικόνα προμετωπίδας από holytrinitybut.org)

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
καὶ ἤκουσα φωνῆς μεγάλης ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· Ἰδοὺ ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων, καὶ σκηνώσει μετ' αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς μετ' αὐτῶν ἔσται, καὶ ἐξαλείψει ἀπ' αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον. Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα. ( Αποκ. ΚΑ΄)

Eπίσης γράφω...

  • - ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
    Πριν από 1 χρόνια
  • Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΒΑΠΤΙΣΤΙΚΗ'' (1888) - Ἂν ἄλλη τις χρηστὴ γυνὴ εἶδέ ποτε καλὰ νοικοκυριὰ εἰς τὰς ἡμέρας της, ἀναντιρρήτως εἶδε τοιαῦτα καὶ ἡ θεια-Σοφούλα Κωνσταντινιά, σεβασμία οἰκοδέσποινα ἑ...
    Πριν από 2 χρόνια
  • - Λόγω περιορισμένου χρόνου και αποκλειστικής σχεδόν πλέον ενασχόλησης με το fb, αναστέλλεται η λειτουργία των εξής τριών ιστολογίων: ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ...
    Πριν από 10 χρόνια
  • - Λόγω περιορισμένου χρόνου και αποκλειστικής σχεδόν πλέον ενασχόλησης με το fb, αναστέλλεται η λειτουργία των εξής τριών ιστολογίων: ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ...
    Πριν από 10 χρόνια

Περνούν και διαβάζουν...